"Πονάω και δεν αντέχεται..."


... συνέχεια από ε δ ώ

Ήταν σχεδόν απαγορευτικό για τον χαρακτήρα του Στράτου να τον αφήσει γυναίκα. Και στην προκειμένη περίπτωση πληγωνόταν ο εγωϊσμός του. Ήμουν σίγουρη πως με την Εύα θα ήταν και πάλι μαζί. Θα ήταν όμως πιο μαλακός μαζί της λόγω του νεαρού της ηλικίας της. Θα έκανε βήματα μικρά κάθε φορά ώστε να την κάνει ο ίδιος να τρέχει από πίσω του. Σε αυτό τον διακατείχε μια μαεστρία! Εκεί που έχανε εντελώς τον έλεγχο ήταν όταν ένιωθε κατάπτωση, γινόταν χώμα, όταν κάποια τον έστεινε στον τοίχο για διάφορες επιπολαιότητες του και του τα έλεγε χύμα και τσουβαλάτα και σηκωνόταν και τον παρατούσε. Εκεί δεν μπορούσε να κάνει τίποτε. Δεν το έπαιρνε. Δεν μπορούσε να βρει πιστευή δικαιολογία για την λερωμένη φωλιά του!
Όπως είχε ρίξει το κεφάλι στον ώμο μου καθώς χορεύαμε εγώ του το χάιδευα τρυφερά, μητρικά! Όταν ο Στράτος ήταν πληγωμένος μαζί του πληγωνόμουν κι εγώ. Χαμογελούσε ο Στράτος; Χαμογελούσα κι εγώ! Πάθαινε κάτι ο Στράτος; Το διαισθανόμουν. Είχε ριζώσει μέσα μου σαν καταβολάδα. Ήταν και σε μένα, ήταν και αλλού. Η Εύα του είχε φερθεί πολύ πιο σκληρά απ'ότι κάποτε η Δανάη. Σίγουρα του άξιζε.
- Στράτο; Έχω μια απορία... Θυμήθηκα ξαφνικά να τον ρωτήσω και να τον βγάλω απ'τις μαύρες σκέψεις που ίσως έκανε εκεί στον ώμο μου.
- Τι είναι; Με ρώτησε και σήκωσε το κεφάλι για να με κοιτάξει.
- Στην Εύα έχεις πει τα πάντα για τις σχέσεις σου;
- Ναι. Σχεδόν τα πάντα...
- Και για μας;
- Όχι. Αυτό όχι.
- Καλά έκανες. Του είπα με ανακούφιση.
Δεν θα μου άρεσε κάποια στιγμή αντικρίζοντάς την να με αντιπαθήσει επειδή ήμουν μια "πρώην" που της είχε αναφέρει ο Στράτος.
- Μάρινα κάποια πράγματα είναι εντελώς δικά μας. Δεν θα ήθελα με τίποτε να φέρω σε δύσκολη θέση τα πρόσωπα που αγαπώ. Δεν ξανακάνω το ίδιο λάθος όπως με την Δανάη.
- Σ'ευχαριστώ και το εκτιμώ. Αν υπήρξε κάτι μεταξύ μας, θέλω να μείνει εδώ!
Και του δείχνω την καρδιά μου, ξεφέυγοντας απ'την αγκαλιά του.
- Μα πάντα υπάρχει... Μου είπε και έβαλε άλλη μια βότκα στο ποτήρι του κι έκατσε στον καναπέ.
Έβαλα κι εγώ λίγο ουίσκι ακόμη στο ποτήρι μου και κάθησα δίπλα του, κοιτώντας το ποτήρι μου. Δεν ήξερα τι να του πω.
- Και τι είναι αυτό που υπάρχει Στράτο; Απόρρησα τελικά
- Δεν ξέρω. Ποτέ δεν το κατάλαβα.
- Νιώθεις κι εσύ ότι κάτι δένει εμάς τους δύο, ή είναι απλά της φαντασίας μου;
- Το νιώθω. Είναι στιγμές που το νιώθω και δεν ξέρω τι είναι.
- Τουλάχιστον δεν είμαι μόνη μου σε αυτό! Άντε άσπρο πάτο!
Είπα προσποιούμενη την χαρούμενη για να ελαφρύνω λίγο την στιγμή γιατί ήδη μας είχε πέσει βαριά. Δεν ήθελα να τον φέρω σε δύσκολη θέση κι ούτε να νομίσει ότι είχα σκοπό να τον αποπλανήσω. Έδειχνε τόσο ευάλωτος που πολύ ευχαρίστως το μικρό μου δαχτυλάκι να κουνούσα θα μου παραδινόταν. Δεν ήθελα όμως έτσι.
- Μαρίνα είμαι χάλια. Έχω ζαλιστεί.
- Επόμενο είναι. Είπιες σχεδόν όλο το μπουκάλι με την βότκα.
- Δεν ξέρω πως θα πάω σπίτι.
- Με το αυτοκίνητο δεν σε αφήνω να φύγεις. Θα πάρουμε ταξί να πας. Είσαι χάλια.
Του είπα και πήρα τα κλειδιά του αυτοκινήτου του που ήταν στο τραπέζι και τα έκρυψα στην τσέπη του παντελονιού μου.
- Έλα ρε Μαρίνα τώρα. Δώσε μου τα κλειδιά.
- Με το αυτοκίνητο δεν φεύγεις πάντως. Δεν θα περάσω κι άλλη λαχτάρα με σένα!
Σηκώθηκε και έφτιαξε τα ρούχα του:
- Πάμε να περπατήσουμε λίγο; Θέλω λίγο αέρα. Δεν αντέχω! Πνίγομαι!
Μου είπε και έκανε να βγει έξω βιαστικά χωρίς να με περιμένει.
- Περίμενε. Θα πέσεις...
Ήταν αρκετά ζαλισμένος και για να μην πέσει στάθηκε στον τοίχο κοντά στην πόρτα της εξόδου. Κράτησε το κεφάλι του με την παλάμη του:
- Σκατά έγινα κι απόψε!
- Γιατί βρε αγάπη μου να γίνεσαι έτσι για μαλακίες;
- Τα έπινα και μόνος μου στο σπίτι... 
Τώρα καταλάβαινα την κατάστασή του. Έπινε, αλλά το ένα μπουκάλι με ποτό δεν ήταν ικανό να τον κάνει να παραπατάει. Άρα ήδη είχε κάνει την ...προθέρμανση στο σπίτι του. Βγήκε έξω παραπατώντας. Κατεβήκαμε στον δρόμο και είχα περάσει το χέρι μου απ'την μέση του για να μην χάσει την ισορροπία του. Προσπαθούσα να κρατήσω την ισορροπία και των δυο μας πριν σκάσουμε σαν τσουβάλια στον δρόμο! Ο Στράτος γελούσε με την κατάστασή του και προσπαθούσε να το διασκεδάσει. Προσπαθούσα κι εγώ με την σειρά μου να του μιλάω για πράγματα ευχάριστα για να μην σκέφτεται την Εύα. Του μιλούσα για διακοπές το καλοκαίρι... Για τυχόν συνεργασία μεταξύ μας ραδιοφωνική... Για το στήσιμο μιας επιχείρησης ολοδικής του:
- Α! Δεν είναι κακή η ιδέα. Σε θέλω μαζί μου. Θα ανοίξω καφετέρια κι εσύ θα αναλάβεις την μουσική της. Θα είσαι η αποκλειστική μου Dj!
Γέλασα με την ιδέα... Μου άρεσε η εμπιστοσύνη που έδειχνε στο πρόσωπό μου. Ίσως επειδή γενικώς στις ραδιοφωνικές του προσπάθειες είχα σταθεί αυστηρή ως κριτής του, ώστε να βελτιωθεί! Και απ'την άλλη ήταν ένας απ'τους πιο φανατικούς ακροατές μου και γενικά του άρεσε η μουσική που επέλεγα. Ίσως οι δικές μου μουσικές προτιμήσεις έγιναν και δικές του. Συνειδητοποιούσα ότι αγαπούσαμε τα ίδια πράγματα. Ο Στράτος είχε περάσει το ένα του χέρι πάνω απ'τους ώμους μου και έτσι βρήκε κάπως την ισορροπία του. Ο παγωμένος αέρας, μας φαινόταν δροσιά... Τα ποτά μας είχαν ανεβάσει την θερμοκρασία κι έτσι όπως ήμασταν αγκαλιά δεν καταλαβαίναμε αν έκανε κρύο. 
- Θέλω να φύγω... Μου είπε ξαφνικά.
- Που να πας;
- Να πάω στην Ρόδο. Αν εξαιρέσεις τα καψόνια στον στρατό, θα ήθελα να πάω να δω τα παλιά λημέρια!
- Χμ! Δεν είναι για να πίνεις. Σε πίνει και λες βλακείες.
- Χα χα χα! -Γέλασε δυνατά.- Ήθελα να δω πως θα αντιδράσεις.
Δεν μίλησα. Κούνησα το κεφάλι μου κοροϊδευτικά για το τι σκέφτεται η βότκα στο μυαλό του! 
- Μαρίνα τι να κάνω; Με ρώτησε έπειτα από κάποιες στιγμές που περπατούσαμε στο πάρκο παρακάτω απ'το σπίτι μου.
- Να ηρεμήσεις. Το μυαλό σου δεν είναι καθαρό για να σκεφτεί. Όταν το μυαλό σου θα αρχίσει να λειτουργεί και πάλι, μίλησέ της. Εξήγησέ της. Κι ότι είναι να γίνει θα γίνει.
- Της τηλεφωνούσα όλη την μέρα σήμερα και μου το έκλεινε. Μέχρι και η μάνα της με έστειλε στο διάολο...
- Καλά και ήταν η μάνα της. Για φαντάσου να είχες να κάνεις με τον πατέρα της. Κι αν είναι αυστηρός... γάμησέ τα!
- Δεν έχει πατέρα. Είναι ορφανή από πατέρα.
- Συγγνώμη δεν ήξερα.
- Όμως έχει μια μάνα που κάνει για δυο πατεράδες, αν την πιάσει το πείσμα! Όμως με αγαπάει κι αυτή. Λέει ότι φέρομαι άψογα στην Εύα, όπως κανείς άλλος. Με έχει σαν δεύτερο γιο της.
- Έχει κι αδερφό η Εύα;
- Ναι. Σπουδάζει στην Αγγλία και είναι ο μόνος που με υποστηρίζει.
- Ξέρει την αδερφή του και προφανώς κι εκείνη κάτι έχει κάνει και φτάσατε εδώ που φτάσατε...
Δεν μίλησε. Κοντοστάθηκε για λίγο για να σκουπίσει ένα δάκρυ απ'τα μάτια του. Δεν είναι δυνατό να κλαίει για βλακείες. Τόσο πολύ φοβάτε μην την χάσει;
- Έλα εδώ! Του είπα και τον έσφιξα στην αγκαλιά μου, χαϊδεύοντάς του το κεφάλι.
Με πονούσε να τον βλέπω έτσι. Για ακόμη μια φορά επαναλαμβανόταν η ίδια σκηνή. Όπως τότε που ήταν σε απόγνωση με την Δανάη, που είχε χάσει όλους του τους φίλους και οι γονείς του αντιδρούσαν με την ζωή που έκανε μαζί της και ήταν σχεδόν εξαφανισμένος. 
Του ζήτησα να προχωρήσουμε γιατί πια η επίδραση του ποτού άρχισε να περνά και να νιώθω το κρύο να περονιάζει το δέρμα μου. Ακολούθησε ασυναίσθητα, βουτηγμένος για τα καλά στις σκέψεις του. "Πότε θα μάθεις να σκέφτεσαι; Πότε;" αναρωτιόμουν για αυτόν. Τον ένιωθα να τρέμει και οι αντιδράσεις του ήταν αφύσικες. Μια γελούσε, μια έκλαιγε... "Έτσι είναι! Έπρεπε να το νιώσεις και να καταλάβεις πως είναι να σε πετάνε σαν σκουπίδι απ'την ζωή τους". Στο μυαλό μου ερχόταν εκείνη η γραπτή "συγγνώμη" του. Ένιωθα ικανοποίηση αυτή την στιγμή... Και δεν μου άρεσε, αλλά μου άρεσε... Έπρεπε να το νιώσει στο πετσί του το πως είναι. Να κλείνεσαι σε τέσσερις τοίχους και να προσπαθείς να καταλάβεις από που σου ήρθε η κατραπακιά και γιατί! Να προσπαθείς με ποτό να διώξεις την ζαλάδα της κατάστασης κι αυτό απλά να σε ρίχνει περισσότερο χαμηλά. Να νιώθεις ότι είσαι ένα φύλλο που το πάει όπου φυσά ο άνεμος. Να νιώθεις άχρηστος. Ασήμαντος. Άθλιος. Ένα τίποτε. Ένα τίποτα που δεν αξίζει. Να πονά η καρδιά σου γιατί κάποιος άνθρωπος βρήκε τον τρόπο να στην χτυπήσει ξαφνικά. Να μπήξει το μαχαίρι σε αυτή και να το στρίψει με τα λόγια του. Δεν έχει σημασία αν είναι απ'το στόμα ή γραπτά. Σημασία έχει ότι τελικά η αγάπη πονά και το χειρότερο: δεν ξεριζώνεται! Πήρα μια βαθιά ανάσα και έδιωξα τις εκδικητικές σκέψεις. Ήδη ήμασταν έξω απ'το σπίτι. Κάτσαμε στο πεζούλι εκεί μπροστά και τον κρατούσα αγκαλιά. Και για να τον ζεστάνω και για να καταλάβει πως πάντα είμαι δίπλα του. Αν όχι στα ευχάριστα, στα δύσκολα πάντα είμαι δίπλα του. Με το χέρι πάντα απλωμένο, για να κρατήσω αμέσως το δικό του όταν μου ζητήσει βοήθεια! Τον χάϊδευα στην πλάτη. Καθόμασταν αμίλητοι για ώρα.
- Μαρίνα; Τι γυρεύεις εσύ με έναν άνθρωπο σαν εμένα;
Με ρώτησε ξαφνικά ενώ έκρυβε το πρόσωπό του στα δυο χέρια που είχε ακουμπήσει στα γόνατα.
- Δεν ξέρεις; Πρέπει να ρωτήσεις;
- Ναι. Είμαι μπερδεμένος.
- Και δηλαδή τι είναι αυτό που θα έπρεπε να με κρατά μακριά σου;
- Η συμπεριφορά μου. Δεν σου'χω φερθεί εντάξει κι εσύ παραμένεις δίπλα μου. Γιατί;
- Γιατί... σε αγαπάω και θέλω να σε βλέπω να χαμογελάς κι όχι να πονάς.
- Ρε Μαρίνα τι αγαπάς σε μένα;
- Όχι αυτό που είσαι, αλλά αυτό που έχεις στην καρδιά σου.
- Σκατά έχω στην καρδιά μου...
- Ίσως να μην το βλέπεις, αλλά εγώ βλέπω έναν Στράτο, που όταν ακούει την καρδιά του με κάνει χαρούμενη!
Του είπα και τον έσφιξα στην αγκαλιά μου για να νιώσει το τι ένιωθα. Να νιώσει πως η ψυχή του ήταν πιο αγνή απ'το μυαλό του και ήταν αυτό που αγαπούσα σε αυτόν. Γιατί το μυαλό του ήταν αυτό που με έκανε να κάνω εκδικητικές σκέψεις, που με τρέλαινε και με έφερνε σε απόγνωση.
- Και ξέρεις κάτι; -Συνέχισα- Για να δεις τι άνθρωπος είμαι... Είσαι τόσο αδύναμος αυτή την στιγμή που αν ήθελα θα περνούσαμε μια βραδιά αξέχαστη οι δυο μας. Να σε εκμεταλευτώ. Αλλά όπως βλέπεις στέκομαι δίπλα σου, με μια αγκαλιά ανοιχτή για σένα, για να μαλακώσω όσο γίνεται τον πόνο σου.
- Σ'ευχαριστώ. Σ'ευχαριστώ που είσαι έτσι και να μείνεις έτσι.
- Δεν ξέρω αν με το καιρό παραμείνω έτσι...
- Να μείνεις. Σε παρακαλώ.
Χαμογέλασα και σφίχτηκα επάνω του.Ένιωθα πως ήταν λίγο πιο ήρεμος. Αν και ζαλισμένος ακόμη απ'το ποτό, ήταν πιο ήρεμος. Είχε ξεσπάσει την έντασή του. Κι απ'την άλλη δεν ήθελα να συνεχίσω μια κουβέντα για το πως ήταν ο χαρακτήρας μου. Μπορεί να 'θελα και να τα πάθαινα. Αλλά αυτό ήμουν. Κάθε φορά και πιο σοφή, ως αποτέλεσμα του "αν δεν πάθω πως θα μάθω", αλλά γι'αυτόν, τον δικό μου "Στράτο" ήθελα να τα παθαίνω. Ήταν μια εξάρτηση που δεν ήθελα να αποβάλω. Όσο κι αν η λογική μου έλεγε να του δώσω μια να πάει στο διάολο, δεν μπορούσα. Η καρδιά μου τον ήθελε κοντά μου.
- Μαρίνα πρέπει να φύγω, είναι περασμένη η ώρα.
Δεν είχα καταλάβει ότι είχε περάσει από μεσάνυχτα κι εμείς βολοδέρναμε εκεί έξω απ'το σπίτι.
- Είσαι ζαλισμένος. Ή θα μείνεις εδώ απόψε και θα τηλεφωνήσω στους δικούς σου να μην ανησυχούν ή θα πάρω ταξί να φύγεις. Με το αυτοκινητό σου δεν φεύγεις πάντως.
Δεν ήθελα να πάθει κάτι. Τα κλειδιά τα κρατούσα επάνω μου και δεν είχα σκοπό να του τα δώσω.
- Μαρίνα δεν γίνεται. Δώσε μου τα κλειδιά να φύγω.
- Τότε να καλέσω ταξί.
- Δεν πήρα χρήματα μαζί μου.
- Θα το πληρώσω εγώ.
- Θα φύγω όπως ήρθα. Δώσε μου τα κλειδιά σε παρακαλώ.
- Στράτο μη με τρομάζεις. Να χαρείς.
- Δεν θα πάθω τίποτε, στο υπόσχομαι.
- Φοβάμαι.
Με κοίταξε στα μάτια ικετευτικά. Όσο και να επέμενα δεν υπήρχε περίπτωση να μην φύγει χωρίς το αυτοκίνητο. Και του έδωσα τα κλειδιά, με μισή καρδιά και με φόβο.
- Σε παρακαλώ τηλεφώνησε μου όταν φτάσεις.
- Εντάξει θα το κάνω.
Τον κοίταζα που έστρωνε τα ρούχα του, έφτιαχνε τα μαλλιά του και γενικά προσπαθούσε να διώξει την παραζάλη του απ'το ποτό:
- Σ'ευχαριστώ για όλα!
Μου είπε και με φίλησε στο μάγουλο.
- Δεν έκανα τίποτε.
Του είπα και τον έσφιξα στην αγκαλιά μου.
- Να είσαι δυνατός και ψύχραιμος. Αυτό θέλω από εσένα. Οι σχέσεις πιστεύω πως έτσι είναι: μια του ύψους και μια του βάθους. Μην χαραμίζεσαι έτσι!
- Ότι δεν λένε οι δικοί μου, το λες εσύ. Πάντα έχεις τα σωστά λόγια να πεις. Σ'ευχαριστώ που με ανέχεσαι όλα αυτά τα χρόνια.
Μου είπε και με έσφιξε κι αυτός με την σειρά του και με καληνύχτησε με ένα τρυφερό φιλί στο μέτωπο και το μάγουλο:
- Θα σου τηλεφωνήσω. Καληνύχτα...
Μου είπε καθώς έμπαινε στο αυτοκίνητο του.
- Θα περιμένω... του είπα και παρέμεινα εκεί στο ίδιο σημείο να τον κοιτάζω να βάζει μπρος το αυτοκίνητο μέχρι που χάθηκε απ'το οπτικό μου πεδίο προσπερνώντας με.

Τόσος πόνος για το τίποτε. Μπήκα στο σπίτι και είπια το υπόλοιπο της βότκας που είχε μείνει στο ποτήρι του και μετρούσα τα λεπτά να περάσουν για να ακούσω το τηλέφωνο να χτυπά. Είχα αφήσει το μυαλό μου κολλημένο στις τελευταίες μας κουβέντες: να μείνω όπως ήμουν! Οι δείχτες στο ρολόι του τοίχου αργούσαν απελπιστικά να αλλάξουν θέση. Συμμάζεψα τα πάντα, έπλεινα τα ποτήρια και έβγαλα τις φωτογραφίες μας. Τόσο νέοι κι οι δυο μας, με τον Γιάννη φωτογράφο μας να προσπαθεί να μας βγάλει φωτογραφία εκνευρίζοντάς μας: "έλα εδώ να κάτσεις στα πόδια μου να βγάλουμε φωτογραφία" άκουγα ακόμη την ηχώ απ'τα λόγια του Στράτου τότε που ποζάραμε μπροστά στον φακό. Όσο ο Στράτος με είχε στα πόδια του κι αγκαλιά... Ο Γιάννης έκανε πως περίμενε την κατάλληλη στιγμή, όμως είχαμε ήδη κουραστεί τόση ώρα στην ίδια θέση κι εκευρισμένη πήγα να αρπάξω την μηχανή για να την βάλω στο αυτόματο να τελειώνει. Την στιγμή που ήμουν με την φράση στο στόμα: "άντε τελείωνε", μας έβγαλε φωτογραφία! Είμασταν νέοι και μας άρεσε να παίζουμε... Χαμογέλασα. Και τι δεν θα έδινα να γύριζε ο χρόνος πίσω. Να αναπληρώσω τα κενά και να διορθώσω τα πράγματα. 
Κοίταξα το ρολόι. Αυτή την φορά η ώρα είχε περάσει, αλλά ούτε τηλέφωνο μου έκανε ο Στράτος ούτε καν μήνυμα.
Η ανησυχία μου ήταν στο αποκορύφωμά της. Και δεν κοιμήθηκα όλο το βράδυ. Του τηλεφώνησα και δεν απαντούσε στο κινητό του. Η ανησυχία μου μεγάλωνε. Πως να ανησυχήσω τέτοια ώρα τους δικούς του για να μάθω ότι είναι καλά;
Δεν κοιμήθηκα όλο το βράδυ και νωρίς το πρωί τηλεφώνησα στο σπίτι του να μάθω τι έγινε:
- Κυρά Σταυρούλα καλημέρα. Ο Στράτος είναι καλά;
- Ναι κορίτσι μου. Κοιμάτε, θα τον ξυπνήσω σε λίγο να φύγει για δουλειά.
- Ανησύχησα.
- Πέρασε από σένα το βράδυ;
- Ναι. Είπιε πολύ και φοβήθηκα. Εγώ του είπα να φύγει με ταξί ή να κοιμόταν σπίτι μου και να σε ειδοποιούσα.
- Έπρεπε να τον κρατήσεις.
- Δεν ήθελε κυρά Σταυρούλα. Και πέθανα απ'την ανησυχία όλο το βράδυ γι'αυτό και τηλεφωνώ τέτοια ώρα.
- Καλά έκανες. Θα μου τον ξεκάνει η άλλη.
- Όσον αφορά αυτό το θέμα, δεν είναι μικρό παιδί πια... Μόνος του κάνει ό,τι κάνει. Δεν ευθύνεται η οποιαδήποτε είναι δίπλα του. Η τρισχειρότερη να είναι, αυτός οφείλει να είναι κύριος με τον εαυτό του. Αν δεν θέλει, κακό του κεφαλιού του.
- Ναι εντάξει, δίκιο έχεις...
Δεν το συνέχισα. Δεν γινόταν και πάλι να κάνω τον πυροσβέστη στο τι έκανε ο Στράτος με την προσωπική του ζωή και με τους δικούς του. Δεν ήθελα να ξαναμπώ στην μέση και να με πυροβολάνε απ'όλες τις μεριές λέγοντας ο καθένας τα δικά του. Αν ο Στράτος ήθελε να δοκιμαστεί σε αυτή την σχέση δικαίωμά του ήταν. Εγώ όμως θα ήμουν δίπλα του, όταν εκείνος το ζητούσε κι όχι επειδή θα το ήθελαν οι άλλοι. Μου αρκούσε που από αυτό το γεγονός έμαθε πως είναι να σε τσαλαπατάνε για το τίποτε. Ήταν ένα μάθημα που άξιζε ο Στράτος να μάθει κι ας τον πόνεσε.



2 comments:

dim juanegro είπε...

...κι επειδή μια ενδυνάμει σχέση μεταξύ δυο ανθρώπων δεν απαγκιστρώνεται από το κοινό τους παρελθόν, κι επειδή κανένας δεν είναι μικρό παιδί πια και όλοι είμαστε ή θα θέλαμε να είμαστε, κι επειδή η δύναμη με την αδυναμία, το πάθος με το λάθος, η εξάρτηση από την εξάρτυση δεν απέχουν πάντα τόσο πολύ, κι επειδή μου θύμησες κάποια λόγια που είχα γράψει πριν καιρό, κι επειδή η ιστορία συνεχίζεται, παραθέτω εδώ και τα λόγια μου στο 61 και ένα ποίημα που νομίζω ότι τρυπώνει ανάμεσα στην αγκαλιά σας, μεθυσμένη ή μη, ανάμεσα στα κλειδιά του αυτοκινήτου, ανάμεσα στα χείλη και στο δέρμα που αγγίζουν σε όποιο σημείο κι αν γίνεται αυτό.

-----------------------------
Οι μέρες περνούσαν κι έβλεπα το 1 από το 61 να απέχουν ολόκληρες εποχές μεταξύ τους. Δεν είχα ξεκινήσει ούτε την πρώτη λέξη γιατί φοβόμουν ότι θα έμενα στην μέση. «Θα καλοκαιριάσουμε μέχρι να την διαβάσω», της είπα ένα απόγευμα. «Δεν μου κάνεις μια περίληψη αφού σου άρεσε τόσο πολύ;» Όταν έλαβα το e-mail, λίγη ώρα αργότερα με λίγες λέξεις κι ένα απόσπασμα από το 61, επέλεξα να μην το διαβάσω. Είχα ήδη ξεκινήσει να βυθίζομαι στο καλοκαιρινό σου όνειρο. Οι μέρες περνούσαν κι έβλεπα το 1 από το 61 να απέχουν ώρες μεταξύ τους. Και ξαφνικά λίγο πριν το ξημέρωμα της Τρίτης οι τελευταίες σου λέξεις αγκιστρώθηκαν από τα βλέφαρά μου κι έκαναν κούνια, σαν ευτυχισμένα και ανέμελα παιδιά. Όσο για το θαυμαστικό, εκείνο τρύπωσε από τα χείλη μου, και εκδηλώθηκε εκεί, από την γλώσσα μέχρι τον ουρανίσκο μου, από τους εγκεφαλικούς μου νευρώνες μέχρι την κεντρική μου αρτηρία, από τα δάχτυλα των χεριών μου μέχρι τα λυγισμένα μου γόνατα. Έβαλα στα σπλάχνα μου μια δυνατή ρουφηξιά από το τσιγάρο και ακριβώς επάνω στην εκπνοή ένιωσα πιο δυνατά πως τα λόγια σου δεν είναι ξένα ούτε μακρινά. Πόση δύναμη πρέπει να έχει ένας άνθρωπος για επιλέξει αυτό το μονοπάτι που ήρθε τυχαία ή μη στα πόδια του; Πόσο πάθος για τον έρωτα και λατρεία για την πραγματοποίηση των ονείρων του μπορεί να έχει; Είναι δύναμη άραγε ή αδυναμία τελικά; Είναι τυχερός που σε έχει στην ζωή του. Κι επειδή λάθη και βάθη τέτοιου βεληνεκούς δεν μπορεί να μην είναι αμφίδρομα, είσαι τυχερή που τον έχεις στην ζωή σου. Είσαι τυχερή για τις στιγμές που περιγράφεις και που κυλάνε στο αίμα σου. Η αγκαλιά στην παραλία μπορεί να είναι κάτι άλλο από μια θαυμάσια ένωση; Δεν νομίζω. Δεν βλέπεις στο ποτήρι σου κάποιον που δεν είναι ένα μαζί σου. Κάποιος που ξέρει μέσα του ότι η ξεγνοιασιά της ζωής είναι στο πρόσωπό σου, δέχεται την «παντόφλα» στο κεφάλι και χαμογελάει. Από ένα φιλί, από μια ματιά, από ένα άγγιγμα στον μηρό, από ένα καθηλωτικό βλέμμα στα χείλη, από ένα όν που είναι εκεί κάθε πρωί όταν ξυπνάς και κάθε βράδυ πριν κοιμηθείς, ακόμα και αν η σάρκα του απέχει, μπορεί εύκολα να αντιληφθεί κανείς την αξία της αγάπης. Πόσο απών μπορεί να είναι κάποιος που με την απρόσμενη παρουσία του είναι σαν να μην έχει περάσει δευτερόλεπτο; Τέτοιος πόνος ακόμα και αν δεν αντέχεται, σε κρατάει στην ζωή. Μαγεύτηκα από το δέσιμο αυτών των δύο ανθρώπων, πιο πέρα από την φιλία. Με κλόνισες και με έκανες να χαμογελάσω αναστενάζοντας. Ολοζώντανος ο τρόπος της γραφής σου. Να είσαι καλά, να αγαπάς, να αγαπιέσαι και να μην φύγεις από το όνειρό σου, και μην απαγκιστρωθείς από την ελπίδα σου ακόμα κι όταν νιώθεις πληγωμένη. Η ζωή είναι εδώ. Κι ο έρωτας επίσης.

Άλλωστε κάποιος έγραψε κάποτε: «Τον ίδιο τον Θεό να είχα απέναντί μου, σου λέω προτιμώ στην κόλαση μαζί σου.»
-----------------------------------

...

έχω κρατήσει μια κρυψώνα μυστική
ένα άδειο σπίτι βυθισμένο στην σιωπή
που μπαίνει ο αέρας σαν ανάσα-ουρλιαχτό
και όταν βγαίνει είναι αθάνατο νερό

έχω κρατήσει μια κρυψώνα σκοτεινή
έναν απύθμενο ουρανό σε μια αστραπή
φωτίζει βλέμματα ταράζει τις ψυχές
και όταν σβήνει κάνει αύριο το χθες

έχω κρατήσει μια κρυψώνα ενεργή
ένα ηφαίστειο που σπέρνει με βροχή
και κάνει στόματα να ανοίγουν για να πιουν
το πεταχτό φιλί ζωής που επιθυμούν

θέλω να μπω στον κόσμο σου απόψε
και να κρυφτώ…
λάτρεψε, ράψε, κόψε

θέλω να βγω στον κόσμο σου απόψε
και να κρυφτώ…
λάτρεψε, ράψε, κόψε

Καλό βράδυ και συγχώρεσέ με για το μακροσκελέστατο κείμενο αντί απλού σχολίου.

SummerDream είπε...

Αν σημειώσω ότι με μάγεψε το μακροσκελές κείμενό σου; Τέτοια ουσιώδη περίληψη ποτέ δεν έχω διαβάσει. Σ'ευχαριστώ χιλιάδες φορές...
Η μνήμη μου ώρες-ώρες κάνει παιχνίδια και έρχομαι και θυμάμαι ιστορίες από τότε και κάθομαι και τις σκαλίζω. Όταν κάνουμε κουβέντα με τον "Στράτο" για το τι ετοιμάζω πάντα είναι με την απορία: "που το θυμήθηκες;" και πάντα είναι έτοιμος και διαθέσιμος να με βοηθήσει σε αυτό μου το σκάλισμα. Έχει έναν μοναδικό τρόπο να επαναφέρει στιγμές και να νομίζω πως πέρασαν μόλις μερικές ώρες. Ναι νιώθω τυχερή που τον έχω κοντά μου -θέλω να πιστεύω ότι νιώθει τυχερός κι ο ίδιος. Πάντα λέω ότι στην ζωή τα όμορφα πράγματα δεν έχουν διάρκεια. Όμως στο χέρι μας είναι αυτό που μένει να κρατήσει για πάντα και να είναι όμορφο.

Καλό βράδυ και σ'ευχαριστώ και για τους στίχους.