26. ...with love!



Μαρινάκι μου γεια σου!
Έμεινα κατάπληκτος από την ηπιότητά σου και για τα πολύ γλυκά σου λόγια. Μου ζητάς να μιλήσω ελεύθερα, χωρής άγχος, περιορισμούς, ταμπού και… ορθογραφικά λάθη. Όλα εντάξη, χωρίς όμως τα λάθη μου το γράμμα μου θα ‘ναι φαγητό χωρής αλάτι. ΤΑ ΛΑΘΗ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΩΣΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ. Όχι, ότι εσύ δεν είσαι σωστή. Αντιθέτως είσαι πολύ cool baby.
Όσον αφορά το όλο σκηνικό που γινόταν, γίνεται και θα γίνει μεταξύ μας, θα πρέπει να τα συζητήσουμε διότι ένα γράμμα δεν μπορεί να φανερώσει τον τόνο της φωνής (που είναι σημαντικός για εμένα) δεν μπορεί να δείξει τις χειρονομίες και εκφράσεις μου (που κι αυτά είναι σημαντικά για εμένα).

Λοιπόν δεν μπορώ να κάνω σχεδόν τίποτα με εμάς γιατί υπάρχουν δύο λόγοι: 1) είσαι αδελφή ενός φίλου μου που τον έχω σαν αδελφό μου και 2) Δεν ξέρω τι θα γίνει αν το μάθει. Αν κάνουμε κάτι και χωρίσουμε και ψυχρανθούμε και χαθούμε; Και εγώ δεν θέλω να χαλάσω μια τέτοια φιλία.
Σ’ αγαπώ πολύ, αλλά τελειώνει το χαρτί.


Δεν μπορεί, την αλήθεια του την έκρυβαν οι τρεις πρώτες λέξεις στην τελευταία του φράση: «σ’ αγαπώ πολύ»! Ήθελα τόσο πολύ να το πιστέψω αυτό και να το κρατήσω βαθιά στην ψυχή μου, αλλά ήθελα να τον ακούω να μου το λέει.
Και είχε δίκιο. Σε ένα γράμμα δεν μπορείς να εκφράσεις τα συναισθήματα, τον ήχο της φωνής και τη γλώσσα του σώματος. Ήθελα να ήταν τώρα εδώ μπροστά μου, να με κοιτάει στα μάτια και να μου λέει την αλήθεια του. Δεν μου άρεσε που θεωρούσε τον αδερφό μου τον φόβο και τον τρόμο. Τι έγκλημα θα κάναμε και θα έπρεπε να τον φοβόμαστε ώστε να μην το διαπράξουμε; Η αγάπη κι ο έρωτας είναι τόσο μεγάλο έγκλημα να μπαίνει στην ζωή δύο ανθρώπων; Θα έπρεπε λοιπόν για χάρη της φιλίας του Στράτου με τον αδερφό μου να πάψω να τρέφω συναισθήματα, να σταματήσω την καρδιά μου να σκιρτάει στο άκουσμα της φωνής του απ’ το τηλέφωνο, να σταματήσω να τρέμει όλο μου το σώμα όταν βλέπω τα γράμματα του να με περιμένουν στην θυρίδα ανυπόμονα να τα ανοίξω! Πώς να διαγράψεις όλα αυτά που νοιώθει η καρδιά και η ψυχή κι όλα αυτά που επιθυμεί το σώμα; «Σ’ αγαπώ πολύ» μου το έγραφε και ήταν ξεκάθαρο το δίλλημα του. Πώς να προχωρήσει μαζί μου που σέβεται και τον αδερφό μου; Γιατί μου το έκανε αυτό; Και γιατί να ψυχρανθούμε και γιατί να χαθούμε; Δεν θέλω να χαθούμε. Δεν θα το αντέξω κάτι τέτοιο. Όχι-όχι. Είσαι η ζωή μου και δεν θέλω να χαθούμε. Και στο υπόσχομαι, θα κάνω ότι μπορώ να μείνει κάτι στο τέλος από όλο αυτό!


Αυτά που σου γράφω είναι αφιερωμένα από μένα για σένα με love:
(Από έναν κρητικό τα έχω πάρει)

Ο λοχαγός μου μ’ έστειλε
Στον διοικητή να πάω
Γιατί έγραψα μες τον μπερέ
Μαρινιό μου σ’ αγαπάω.

Άγγελοι σε βαφτίζανε
Κι η Παναγιά νονά σου
Και βρήκανε και βγάλανε
Μαρίνα το όνομά σου.

Ζητώ ακρόαση Θεού
Ακρόαση προφήτη
Να πείσει την Μαρίνα μου
Για να με συγχωρήσει.

Και το φεγγάρι βιαστικό
Περνάει από μπροστά σου
Γιατί κι αυτό θαμπώνεται
Από την ομορφιά σου.

Άμε να πεις της μάνας σου
Να κάνει κι άλλη γέννα
Να κάψει κι αλλουνού καρδιά
Ως έκαψες κι εμένα.

Πες του τού πούστη π’ αγαπάς
Στην μύτη μου μού μπαίνει
Γιατί θαρρώ την μάνα του
Στα μαύρα βουτηγμένη.

Δέκα ξανθιές στη μια μεριά
Μια καστανή στην άλλη
Μα η ζυγαριά στης καστανής
Την μπάντα γέρνει πάλι.

Όταν εγώ σε σκέφτομαι
Μαρινιό μου τα παθένω
Μοιάζω με θερμόμετρο
Κι απότομα ανεβαίνω.

Στην αγκαλιά σου επιθυμώ
Μια νύχτα να ξεμείνω
Και δεν με νοιάζει το πρωί
Στον τόπο ν’ απομείνω.

Δίπλα μου πέφτει κεραυνός
Και με, δεν με τρομάζει
Γιατί έχει αλεξικέραυνο
Αυτή που μ’ αγκαλιάζει.

Μη με ξεχνάς Μαρίνα μου
Δεν είμαι πεθαμένος,
Είμαι μες το στρατόπεδο
Παραλλαγή ντυμένος.

Τα δυο κεριά που μού’ φεγγαν
Μου τα ‘σβησε μια μπόρα
Κι όλα στον κόσμο σκοτεινά
Είναι για μένα τώρα.

Όλου του κόσμου το χρυσό
Να ‘χουν απέναντί σου
Θα διάλεγα και θα ‘περνα
Μονάχα το κορμί σου.

Αφιερωμένα κι απ’ τον φίλο μου τον κρητικό,
Γιατί ήταν κι αυτός καψούρης με μια Μαρίνα.
Αχ ΜΑΡΙΝΑ ΜΑΡΙΝΑ.


Διάβαζα και ξαναδιάβαζα τα στιχάκια που συνόδευαν το σύντομο γράμμα του. Ή εγώ είμαι τρελή ή κι αυτός νοιώθει ότι κι εγώ. Γιατί να κάνει τον κόπο και να αντιγράψει όλα αυτά τα στιχάκια; Το ερωτηματικό είχε κολλήσει στο μυαλό μου. Ήθελα να μου δώσω μια απάντηση, αλλά δεν μπορούσα. Όλα ήταν προσεκτικά επιλεγμένα κι όλα είχαν το νόημα τους. Όσο κι αν ήθελα να παραβλέψω τα στιχάκια, ήταν μπροστά μου εκεί στο χαρτί γραμμένα απ’ το χέρι του και δεν μπορούσα να τα απαρνηθώ. Μέσα σε αυτά ήταν η αλήθεια του. Ένοιωθε ακριβώς τα ίδια πράγματα με εμένα. Δεν μπορεί να ήταν αλλιώς. Δεν μπορεί έτσι απλά επειδή τον εντυπωσίασαν να έκανε τον κόπο να κάτσει να γράψει τόσες σελίδες με αυτά τα στιχάκια. Τα ξαναδιάβασα πάλι. Όχι δεν μπορούσα να τα παραβλέψω. Δεν μπορούσα να σκεφτώ πως απλά εγώ είχα παρεξηγήσει την πρόθεση του Στράτου να μου στείλει εντελώς φιλικά αυτά τα στιχάκια. Μα πως φιλικά; Γίνεται; Όλα τους έχουν την αγάπη μέσα τους: «γιατί κι ο φίλος του ο κρητικός ήταν καψούρης κι αυτός με μια Μαρίνα». Καψούρης κι ο Στράτος και μου τα αφιέρωνε με ‘love’. Λες και το χέρι του δεν μπορούσε να σημειώσει την λέξη ‘αγάπη’ στα ελληνικά. Λες και σκεφτόταν πως έτσι δεν θα έδινα σημασία στις λέξεις κι ότι απλά θα το προσπερνούσα γιατί ήταν μια …φιλική κίνηση αγάπης!

Έβαλα σε μια μεγάλη κούπα ζεστό φρέσκο καφέ και γύρισα στον καναπέ μου. Ξανάπιασα το γράμμα του και ξαναδιάβασα τα στιχάκια του. Ρούφηξα μια δυνατή γουλιά καφέ κι άφησα το φλιτζάνι στο τραπεζάκι κι άνοιξα και το δεύτερο γράμμα που είχε στείλει απανωτά με το άλλο που είχε μέσα και τα στιχάκια. Ήταν συνέχεια του πρώτου και πολύ σύντομο:


BABY, HI, AGAIN!
Βρήκα αυτό το λίγο χαρτί και σου γράφω τη συνέχεια.
Έτσι που λες, ο ένας Στράτος θέλει να συνεχίσει και όπου τραβήξει, ο άλλος όμως σκέφτεται τις συνέπειες αν το μάθει ο Γιάννης. Αν κάτι δεν πάει καλά στη σχέση αυτή, αν φανώ πολύ απαιτητικός. Αν, αν, αν…
Γι’ αυτό και σου ζητώ να δείξεις λίγο κατανόηση και να βοηθήσεις κι εσύ λίγο την κατάσταση. Δώσε μου μια λύση.
Σε αφήνω τώρα γιατί την έχω κάνει κοπάνα απ’ την εκπαίδευση και θα με ψάχνουν.

ΥΓ: Από πίσω έχει ένα ποίημα. Σου το αφιερώνω with love.


Γύρισα σελίδα στο γράμμα του κι όντως υπήρχε ένα δίστιχο. Ένα δίστιχο που αντικατόπτριζε την κατάσταση στην οποία βρισκόταν ο Στράτος και που μου ζητούσε λύση:


Εκάθομαι και σκέφτομαι
Τι εγώ να κάνω
Πρέπει να μείνω μακριά
Ή να ‘ρθω για να γιάνω;

Γιατί αν έρθω εγώ κοντά
Και μπω στην αγκαλιά σου
Χίλιοι γιατροί θα μου το πουν
Πως «βρήκες την υγειά σου».


Άφησα το γράμμα του στο τραπέζι. Ένοιωσα πονοκέφαλο. Μου έδινε στην ουσία την απάντηση στα ερωτηματικά που είχα παλιότερα για το αν αισθανόταν το ίδιο με μένα. Κι όντως έτσι ήταν. Αισθανόταν πολλά πράγματα για μένα αλλά τον κρατούσε η σκέψη του τι θα πει ο Γιάννης, πως θα αντιδράσει ο Γιάννης και μη μας παρεξηγήσει ο Γιάννης. Όχι! Δεν θα άφηνα τον αδερφό μου να αμφισβητήσει αυτό που νοιώθαμε εγώ κι ο Στράτος μεταξύ μας. Ήθελα να ζήσω αυτή την σχέση με όλο μου το είναι. Θα πάλευα και για τους δύο. Δεν θα άφηνα να μας επηρεάσει τίποτε. Ήξερα ότι θα ήταν δύσκολη η προσπάθεια, αλλά έπρεπε.
Έκατσα στο γραφείο μου και άρχισα να του γράφω τις αποφάσεις μου. Την λύση που ήθελε να του δώσω, για να ξεφύγουμε απ’ τα διλλήματα:

«Αγαπημένε μου Στράτο…».









Κεφάλαιο 27