17. Βάλε την μάσκα σου!



Τα τελευταία μερόνυχτα γινόταν αρκετός λόγος για το μασκέ πάρτυ που προγραμματιζόταν στο κάμπινγκ. Ήταν στα πλαίσια εκδηλώσεων-δραστηριοτήτων όλων των πελατών, ώστε να περνάνε ευχάριστα και διασκεδαστικά τις διακοπές τους. Εμείς βασικά δεν δίναμε σημασία μιας και δεν μας αφορούσε. Ήμασταν μόνο πελάτες του μπαρ και τίποτε άλλο. Οι εργαζόμενες στο κάμπινγκ όμως φαινόταν ότι είχαν άλλη γνώμη και προσπαθούσαν να μας πείσουν να συμμετάσχουμε κι εμείς –δεν είχε σημασία ότι δεν ήμασταν ένοικοι στον χώρο τους- με την προϋπόθεση ότι θα έπρεπε να πάμε μασκαρεμένοι. Προσωπικά το έβρισκα βαρετό κι εκτός εποχής ένα τέτοιο πάρτυ. Να πεις ότι είναι Αποκριά, ναι να τολμήσεις να μασκαρευτείς γιατί το καλεί η μέρα. Τώρα αυγουστιάτικα να ντυθείς μασκαράς, είναι κάπως! Θα μπορούσαν να διοργανώσουν ένα βερμούδα ή ένα πιτζάμα πάρτυ! Θα είχε περισσότερο γούστο να μοιάζουμε όλοι σαν χαβανέζοι ή ότι ήμασταν ένα σωρό νοματαίοι με νυχτικά σε ένα υπνοδωμάτιο! Το μόνο που μου έλειπε εμένα τώρα ήταν να βάλω και μάσκα. Δεν πήγαινε. Να βάλω μάσκα επάνω στην μάσκα; Δεν ήταν αρκετό ότι προσποιούμουν μπροστά στον αδερφό μου την καλή φίλη του Στράτου;
Ο δε Στράτος μαζί με τον αδερφό μου βεβαίως προσπαθούσαν να με πείσουν να συμμετέχω κι εγώ. Δεν ήθελα. Δεν είχα κάτι ώστε να μπορέσω να μασκαρευτώ περισσότερο. Επέμειναν να σκεφτώ κάποια ιδέα γι’ αυτούς τουλάχιστον. Μα καλά, από μένα περίμεναν; Το μυαλό τους δεν μπορούσε να δουλέψει για να κατεβάσουν ιδέα για μεταμφίεση; Τώρα εδώ που τα λέμε το πρόβλημα ήταν ότι δεν υπήρχαν τα σχετικά αξεσουάρ που απαιτεί ένα τέτοιο πάρτυ και θα έπρεπε να αυτοσχεδιάσουμε. Και το να κάτσω να αυτοσχεδιάσω για την αφεντιά τους εμένα μου την έδινε στα νεύρα. Φαίνεται ότι την φαιά ουσία δεν την είχαν για ξόδεμα! Οι αχάριστοι!
Στο κάμπινγκ είχαν πια αναρτήσει και τις σχετικές ανακοινώσεις και γενικά οι προετοιμασίες πια είχαν ενταθεί απίστευτα. Σχεδόν όλο το προσωπικό ήταν επί ποδός. Δεν ξέρω πως, αλλά ήδη είχε καταφτάσει ο σχετικός εξοπλισμός για την διακόσμηση: τεράστιες αποκριάτικες μουτσούνες, γιρλάντες, κορδέλες κλπ.. Φανταζόμουν ότι είχαν πείσει τον πρόεδρο της κοινότητας του χωριού να τους παραχωρήσει μέρος του κοινοτικού αποκριάτικου στολισμού, για να υπάρχει και το κατάλληλο κλίμα σε ένα τέτοιο πάρτυ. Μια άλλη ομάδα απ’ τους διοργανωτές είχε αναλάβει το μέρος των δημοσίων σχέσεων. Και δεν έπαιρνε από υπεκφυγές. Είχαν καταφέρει να πείσουν αρκετό κόσμο να μασκαρευτεί και ανάμεσα σε αυτόν κατάφεραν κι εμάς. Το βέβαιο ήταν ότι ο πανζουρλισμός θα κρατούσε μέχρι τέλους!
Θέλοντας και μη, μπήκα κι εγώ στον ‘χορό’. Με κατάφερε ο Στράτος. Είχε σχεδόν που όλη την ημέρα με πιλάτευε να μην του αρνηθώ. Είχε επιστρατεύσει την γοητεία του και την μοναδική του πειθώ –όταν ήθελε βέβαια- ώστε να με πείσει. Και με κατάφερε. Πώς να αρνηθώ όταν κατά πρώτον τον έχω να μου πιπιλάει το μυαλό ολημερίς και κατά δεύτερον να παίρνει εκείνο το παραπονιάρικο παιδιάστικο ύφος στα μάτια του; Δεν γινόταν να συνεχίσω να πεισμώνω αρνούμενη.
- Να ντυθείς «μωράκι». Θα είσαι τέλειο μωράκι!
Μου έλεγε συνέχεια και συνέχεια! Βρε που να βρω τα τούλια και τους φιόγκους και τις πιπίλες και τα μπιμπερό, για να ντυθώ «μωρό»; Το κέφι του ήταν απερίγραπτο και το χαιρόμουν. Σκέφτηκα ότι ένα τέτοιο πάρτυ είχε σταθεί η αφορμή για να κάνουν την πρώτη τους γνωριμία ο Γιάννης κι ο Στράτος. Και μετά ξανασυναντήθηκαν στο γυμνάσιο. Και έκτοτε η φιλία τους δέθηκε, παρά τα παραστρατήματα του Στράτου απ’ την παρέα! Έτσι λοιπόν άρχισε το δικό μου το μυαλό να χαλά φαιά ουσία για τους δυο τους, προκειμένου να κατεβάσω καμιά ιδέα μεταμφίεσης τους στο πάρτυ του κάμπινγκ. Δεν είχαμε ρε γαμώτο στο σπίτι κάτι που να δίνει την ιδέα…
Επιστρέψαμε απ’ το κάμπινγκ μεσημέρι. Το να πάμε για μπάνιο στην θάλασσα είχε ξεχαστεί. Η έννοια μας ήταν τι να μασκαρευτούμε.
- Τελικά σκέφτηκες τίποτε; Με ρώτησε ο Γιάννης στην στιγμή που μπαίναμε στην αυλή.
Κούνησα το κεφάλι αρνητικά κι όσο σκεφτόμουν κάθισα σε μια καρέκλα βάζοντας τα πόδια μου επάνω στο τραπέζι. Έσπαγα το κεφάλι μου να σκεφτώ τι θα τους ταίριαζε:
- Εσύ είπαμε! Θα ντυθείς «μωράκι»! Επέμεινε ο Στράτος ο οποίος καθόταν απέναντί μου κι εκείνη την στιγμή άναβε ένα τσιγάρο!
- Αν δεν μου κατέβει καμιά άλλη ιδέα, θα ντυθώ «μωρό»! Λοιπόν, αυτό που έχουμε διαθέσιμο είναι το σομπρέρο του Γιάννη. Θα μπορούσε να ντυθεί μεξικάνος. Θα κοιτάξω μήπως βρω και κάνα χαλάκι μικρό μέσα στον καναπέ για να ρίξει στους ώμους. Και για σένα… αν έχεις λευκά σεντόνια μαζί σου, μπορείς να ντυθείς ρωμαίος αυτοκράτορας! Ή να βγάλουμε τα εμπριμέ που έχουμε μες τον καναπέ ώστε να ‘χεις εμπριμέ χλαμύδα! Λοιπόν τι λέτε;
Δεν φάνηκε ότι τους άρεσαν οι ιδέες μου. Αλλά και μένα δεν μου άρεσε που δεν τους ικανοποίησε που κατέβασα αυτές τις ιδέες. Τι άλλο να σκεφτώ πια;
- Μεξικάνος; Κάνει ο αδερφός μου απογοητευμένος.
- Κι εγώ Ρωμαίος αυτοκράτορας; Δεν είναι και πρωτότυπη η ιδέα. Είπε με την σειρά του ο Στράτος.
- Ευχαριστώ πολύ! Εγώ αυτά σκέφτηκα αγαπητοί μου. Και μιας και βλέπω μια διαφωνία, Στράτο γιατί δεν ντύνεσαι εσύ μεξικάνος μιας κι είσαι κι αξύριστος και θα σου πήγαινε; Είπα κι εγώ ενοχλημένη απ’ τις αντιδράσεις τους.
Δεν πήρα καμιά απάντηση αλλά ούτε και ήμουν διατεθειμένη να τους πιέσω. Το σομπρέρο το είχαμε, χαλάκια μάλλον είχαμε, σεντόνια για την χλαμύδα –κι ας ήταν εμπριμέ- είχαμε! Τι άλλο δηλαδή να σκεφτώ; Εμ! Τους έδωσα ιδέες, εμ και δεν τους άρεσαν! Τελικά διαπίστωσα ότι το είχαν πάρει πολύ ζεστά το αποψινό παρτάκι. Σηκώθηκαν απ’ τις καρέκλες και μπήκαν στο σπίτι να δουν τι άλλο υπήρχε που να τους κάνει να ντυθούν κάτι διαφορετικό, κάτι ξεχωριστό. Τους ακολούθησα κι εγώ. Ήθελα να ασχοληθώ μόνο με την δική μου εμφάνιση με ότι είχα. Δεν θα καθόμουν να σκαλίσω όλο το σπίτι για να βρω κάτι έξτρα, μόνο και μόνο για μια στιγμή. Γιατί εγώ τουλάχιστον δεν είχα σκοπό να παραμείνω μεταμφιεσμένη καθ’ όλη την διάρκεια της βραδιάς. Ρούχα είχα: ένα κοντομάνικο κι ένα σορτσάκι την δουλειά του την έκανε. Πειράζει που το σορτσάκι δεν είχε φραμπαλάδες; Στο συρτάρι του κομοδίνου του πατέρα μου βρήκα και κάλτσες οι οποίες σίγουρα θα μου έφταναν μέχρι το γόνατο. Τα αθλητικά μου παπούτσια θα συμπλήρωναν το σύνολο. Θα έκανα τα μαλλιά μου κοτσιδάκια, θα έβαζα μπόλικο ρουζ στα μάγουλα και μερικές φακίδες στην μύτη και… voila!!! Κοίτα να δεις πόσο πρακτικό είναι καμιά φορά το μυαλό του Στράτου!
Οι υπόλοιποι δύο είχαν βαλθεί να βρουν πρωτότυπες ιδέες. Βγήκα απ’ το δωμάτιο μου και πήγα και κάθισα στο καθιστικό. Από εκεί παρατηρούσα ότι στο δωμάτιο των δύο φίλων επικρατούσε η απόλυτη ακαταστασία. Είχαν αδειάσει τους σάκους τους και προσπαθούσαν να κατεβάσουν ιδέες για μεταμφίεση. Ο Στράτος πρόσεξε ότι ήμουν θεατής τους:
- Που έχεις τις σκιές για τα μάτια σου; Με ρώτησε αμέσως βγαίνοντας απ’ το δωμάτιο.
- Τι σκέφτηκες; Ρώτησα περίεργη και σηκώθηκα να του δώσω το κουτάκι με τις σκιές μου.
- Θα δεις! Μου είπε και με έσπρωξε βγάζοντας με απ’ το δωμάτιό μου όταν πήρε τις σκιές μου κι έκλεισε και την πόρτα!
Απαπά! Τι ήταν αυτό τώρα; Για στάσου. Γιατί την έκλεισε την πόρτα και γιατί τις ήθελε τις σκιές μου; Μήπως ήθελε να ντυθεί γυναίκα; Μάλλον! Να δούμε τι θα βάλει απ’ τα ρούχα μου!
- Αποκλείεται να ντυθώ εγώ έτσι! Άκουσα μετά από λίγο τον Γιάννη.
Πήγα δίπλα κι εμφάνιση του αδερφού μου ήταν εντελώς γελοία. Αλλά αυτό δεν αποσκοπεί το μασκέ πάρτυ; Είχε τυλιχτεί με το εμπριμέ σεντόνι –ένα με τριαντάφυλλα- κι είχε ρίξει την μια άκρη του απ’ τον έναν ώμο. Είχε κατεβάσει τα μαλλιά του όλα στο μέτωπο και τα είχε σχεδόν κολλήσει. Περπάτησε μέχρι το καθιστικό για να τον δω καλύτερα. Δεν θα έπειθε καθόλου για Ρωμαίος αυτοκράτορας. Δοκίμασε και έριξε ένα σκέτο λευκό σεντόνι επάνω του. Ούτε και τώρα έπειθε. Δεν ξέρω γιατί δεν του πήγαινε η αμφίεση. Ίσως επειδή ήταν ψηλός κι αδύνατος και το σεντόνι τον έκανε περισσότερο σαν φάντασμα. Δεν ξέρω! Μήπως να ντυνόταν φάντασμα καλύτερα; Με τι μάσκα όμως; Μπα, ξέχασε την, την ιδέα αυτή Μαρίνα.
- Εγώ πως είμαι;
Άκουσα έπειτα τον Στράτο ανοίγοντας την πόρτα του δωματίου μου, κουκουλωμένος με ένα σεντόνι το οποίο τράβηξε απότομα για να μας δείξει τι είχε ντυθεί. Μάλλον αφηρημένη αμφίεση ήταν γιατί δεν καταλάβαινα τι ακριβώς νόμιζε ότι είχε μεταμφιεσθεί. Είχε απλώσει φούξια σκιά στα μάτια και γύρω απ’ τα βλέφαρα είχε κάνει ένα μεγάλο περίγραμμα με το μαύρο μολύβι για τα μάτια, ενώ όλο το πρόσωπο το ‘χε περάσει με ρουζ και στα ζυγωματικά είχε απλώσει το μαύρο του μολυβιού! Να ‘χε ντυθεί Alice Cooper; Να ‘θελε να μεταμφιεστεί μέλος των Kiss; Να νόμιζε ότι ήταν ίδιος ο τραγουδιστής των Cure; Μπα!
- Τώρα εσύ τι ντύθηκες; Τον ρώτησα.
- Δεν πηγαίνει το μυαλό σου;
Τον ξανακοίταξα. Τον περιεργάστηκα. Και σήκωσα το κεφάλι αρνούμενη ότι είχα καταλάβει κάτι.
- Μια βοήθεια μπορώ να έχω; Μίστερ Ζονγκ πάντως δεν είσαι!
- Κοίταξε με πως έχω βαφτεί και θα το βρεις! Μου πρότεινε.
- Μα σε κοιτάζω και δεν το βρίσκω.
- Δεν μοιάζω για ζόμπι;
- Είσαι σίγουρος ότι ντύθηκες ζόμπι; Τον περιεργάστηκα περισσότερο.
- Ναι βρε! Επέμεινε εκείνος.
- Μπα! Με τίποτε…
- Αν ξέρεις έλα και φτιάξε με εσύ!
Μου είπε. Και γαμώτο δεν ήξερα να κάνω το μακιγιάζ του ζόμπι. Ήταν ευκαιρία να παίξω με το πρόσωπό του;
- Δεν είπα ότι ξέρω. Αλλά Στρατούλη είσαι απαίσιος πώς να το κάνουμε;
Στην ουσία δεν μου άρεσε να τον βλέπω έτσι. Ήθελα να ντυθεί κάτι που να αναδεικνύει την γοητεία του.
- Ρε μαλάκα το θες το σομπρέρο; Τον άκουσα να λέει στον αδερφό μου.
Ο αδερφός μου του είπε ότι δεν το ήθελε, γιατί δεν ήθελε να ντυθεί μεξικάνος. Αλλά εγώ είχα μια άλλη ιδέα ακόμη κι ελπίζω αυτή να ήταν αποδεκτή απ’ τον αδερφό μου. Πήγα κι έφερα απ’ το συρτάρι της μάνας μου δύο μικρά τραπεζομάντιλα και το ένα το σκούρο, το έστριψα δημιουργώντας ένα χοντρό κορδόνι.
- Γιάννη στάσου να δούμε κάτι άλλο.
Του έριξα το ένα το τραπεζομάντιλο επάνω στο κεφάλι και το έδεσα με το κορδόνι. Ήταν πολύ καλύτερος πια , ως άραβας. Και συμφώνησε κι ο ίδιος. Στο μεταξύ είχα βρει κι ένα χαλάκι και το έδωσα στον Στράτο. Προσπάθησε πρόχειρα να ξεβαφτεί κι ζωγράφισε ένα μουστάκι που κατέβαιναν οι άκρες στο πηγούνι, έβαλε το σομπρέρο στο κεφάλι, έριξε το χαλάκι στον ώμο και πήρε το ανάλογο ύφος! Ήταν τέλειος, παρά το κοκκινόμαυρο πρόσωπο!
Κι επιτέλους πια είχαμε αποφασίσει τι θα ντυνόμασταν. Καμιά φορά και τα απλά καθημερινά πράγματα εκεί που δεν το περιμένεις σου δίνουν ιδέες για όμορφες αποκριάτικες μεταμφιέσεις, αρκεί να έχει όρεξη κανείς και λίγη ελάχιστη, φαντασία! Έκανα ένα πέρασμα απ’ τα δωμάτιά μας κι αυτό που έβλεπα δεν ήταν τα δωμάτιά μας, ήταν λες και τα είχαν βομβαρδίσει. Ειδικά από όπου είχε περάσει ο Στράτος. Δεν φτάνει που το χάλι το δημιούργησε στο δωμάτιο τους, το έκανε και στο δικό μου! Το κουτάκι με τις σκιές για τα μάτια περιείχε αρκετή σκόνη από αυτές μιας και με το ειδικό βουρτσάκι τους ο Στράτος είχε σκαλίσει κάθε βάση για να βάλει την σκιά που νόμιζε ότι θα κατάφερνε να φτιάξει το μακιγιάζ για ζόμπι! Απελπίστηκα. Άρχισα να βάζω μια τάξη στην ακαταστασία. Δεν ήθελα και πολύ για να ξεσπάσω. Ένα τσίγκλισμα και θα άκουγαν τα εξ αμάξης! Είπαμε! Να βρούμε ιδέες, όχι και να σκάψουμε το σπίτι για να τις βρούμε! Ο Γιάννης βλέποντας με αγανακτισμένη προσφέρθηκε να βοηθήσει, ενώ ο Στράτος προσπαθούσε με μια πετσέτα προσώπου να βγάλει κάθε ίχνος μακιγιάζ απ’ το πρόσωπό του. Όσο τακτοποιούσα έριχνα και μια ματιά έξω στην αυλή που επέμενε να τρίβει το πρόσωπο καθώς το κοιτούσε σε έναν αυτοσχέδια κρεμασμένο στο κλήμα καθρέπτη. Άντρες! Υποτίθεται ότι τους άρεσε να παρατηρούν τι κάνουν οι γυναίκες όταν περιποιούνται τους εαυτούς τους! Και τούτος εδώ δεν είχε την παραμικρή ιδέα πως θα μπορούσε να βγάλει απ’ το πρόσωπό του τα χρώματα του… πολέμου! Γιατί όσο τον παρατηρούσα έδειχνε να πολεμάει και να επιμένει τρίβοντας δυνατά το πρόσωπό του! Βγήκα αμέσως έξω:
- Αποκλείεται να φύγει έτσι το μακιγιάζ.
Του είπα και του πέταξα την νιβέα για να τον διευκολύνω. Έβαλε αλοιφή στο πρόσωπο με τσιγκουνιά και ξανά έδινε την ίδια μάχη! Τον πλησίασα και του ζήτησα να καθίσει για να τον βοηθήσω. Έκατσε χωρίς κουβέντα. Άπλωσα αλοιφή σε όλο το πρόσωπό του αρκετή. Είχε κλείσει τα μάτια και το απολάμβανε. Του άρεσε πολύ να τον αγγίζω και να τον χαϊδεύω. Όπως κι εμένα. Παρά τα γένια του που είχε να τα ξυρίσει κάνα διήμερο η επιδερμίδα του ήταν τόσο απαλή. Έκανα μικρές κυκλικές κινήσεις στο πρόσωπο του ώστε να καθαρίσει εντελώς το πρόσωπό του απ’ τις σκιές και το μολύβι. Τον κοίταζα και τον άφησα για λίγο μόνο του. Μπήκα στο σπίτι και πήρα ένα κομμάτι από βαμβάκι και ξαναβγήκα έξω. Άρχιζα πια να βγάζω την χρωματισμένη πια αλοιφή απ’ το πρόσωπό του αργά κι αργά και το ευχαριστιόμουν. Ο Γιάννης από μέσα απ’ το σπίτι παρακολουθούσε εδώ κι ώρα τι έκανα. Παρά το αυστηρό του βλέμμα δεν παραιτήθηκα. Συνέχισα την δουλειά μου και μου άρεσε να πηγαίνω το πρόσωπο του Στράτου πέρα-δώθε για να μην μου ξεφύγει η παραμικρή αλοιφή. Είχε τελειώσει πια και άφησα το πρόσωπό του. Ο Στράτος είχε ξεχαστεί και προφανώς θα νόμιζε ότι υπήρχε και συνέχεια. Πλησίασα στο αυτί του για να τον ξυπνήσω:
- Τελείωσα!
Άνοιξε τα μάτια ξαφνιασμένος και μου χαμογέλασε. Ήταν σαν να ένοιωσε προδομένος που αφέθηκε στο γρήγορο χάδι μου:
- Πλύνε το πρόσωπό σου με σαπούνι κι είσαι έτοιμος. Του είπα χαμογελώντας.
Είδα την απογοήτευσή του γραμμένη στο πρόσωπο του αλλά δεν μπορούσα να κάνω κάτι παραπάνω. Το πρόσωπό του το έτριβε με δύναμη καθώς το έπλενε, λες και τιμωρούσε την ατυχία του! Και συνέχισε να κάνει το ίδιο όταν σκούπισε τα νερά με την πετσέτα. Αναστέναξα δυνατά καθώς τον κοιτούσα όσο μάζευα την αλοιφή και το χρησιμοποιημένο βαμβάκι και πήγα να το πετάξω. Τα καλύτερα πράγματα στην ζωή δυστυχώς, συμβαίνουν σε περίεργες συνθήκες. Όπως και το ότι δεν έχουν διάρκεια. Εκείνη την στιγμή πέρασε απ’ το μυαλό μου ότι απόψε ήταν το προτελευταίο βράδυ μας διακοπών!


Κεφάλαιο 18