- Αυτός δεν κάνει για σένα!
Τον άκουσα να μου ψυθυρίζει στο αυτί ενώ πιο μπροστά τον τραβολογούσε η Δανάη για να φύγουν. Τι ήταν τώρα αυτό; Και τι τον νοιάζει ποιός κάνει ή δεν κάνει για μένα; Εγώ του είπα ποτέ ότι δεν κάνει γι'αυτόν η Δανάη; Ο Ευάγγελος με κοιτούσε και χαμογελούσε και δεν μπορούσα να του πω περισσότερα. Απλά του χαμογέλασα.
- Έγινε! Είπα στον Στράτο που μας χαιρετούσε και συνέχισα να κάνω την κινέζα στην πρόσφατη γνωριμία μου για να μην δώσω αφορμή για παρεξηγήσεις.
Ήταν την εποχή που ο Στράτος είχε στην ζωή του την Δανάη, την εποχή που η καρδιά μου είχε γίνει χιλιάδες κομμάτια απ'την στιγμή που οι αποφάσεις που είχαμε πάρει με τον Στράτο για την σχέση μας είχαν πάει κατά διαόλου επειδή εκείνος το θέλησε, την εποχή που ενώ ήθελα να μην τον βλέπω στα μάτια μου τελικά υποχώρησα γιατί δεν μπορούσα να μην τον βλέπω. Δεν μπορούσα να τα βρω με τον εαυτό μου. Πάλευα να κάνω την χαρούμενη κι ότι όλα πήγαιναν καλά στην ζωή μου. Η Βάνα σαν να είχε καταλάβει ότι υπήρχε ένα κενό σε μένα και προσπαθούσε να με κινητοποιεί. Πότε για έναν καφέ στην καφετέρια που εργαζόταν ο Γιώργος της ή πότε για ένα ποτό σε κάποιο κοντινό κλαμπάκι. Και συνήθως κατέληγα να πίνω πολύ, να ζαλίζομαι και να κλαίω ασταμάτητα για να ξεσπάσω αυτό που με πονούσε. Και που συνήθως δικαιολογούσα τα δάκρυα ως αποτέλεσμα της κάπνας που επικρατούσε στον χώρο και που ο εξαερισμός ήταν αρκετά μπουκωμένος για να την αποβάλει.
Ένα από εκείνα τα Σαββατιάτικα βράδια είχαμε κανονίσει με την Βάνα να κάνουμε μια μπαρότσαρκα, αφού προηγουμένως πηγαίναμε για έναν καφέ στο γνωστό μας στέκι. Ποτέ δεν πιάναμε τραπεζάκι. Πηγαίναμε και καθόμασταν στην μπάρα ώστε η Βάνα να μπορεί να μιλάει με τον Γιώργο, μιας κι ο σκοπός ήταν αυτός: να βλέπονται! Που αν καθόμασταν σε τραπεζάκι το άγρυπνο βλέμμα του Γιώργου μέσα από την μπάρα ήταν κολλημένο στην δική μας μεριά, μη τυχόν και ξεφύγουμε μη τυχόν και μιλήσουμε σε κάναν άγνωστο που μας γεμίζει κομπλιμέντα! Τέτοια εμπιστοσύνη είχε στην κοπέλα του! Δεν με ένοιαζε για μένα. Εγώ ήμουν στην κοσμάρα μου και οι οποιεσδήποτε παρεμβολές από εξωγενείς παράγοντες δεν με άγγιζαν. Δεν διαπερνούσαν το πλέγμα της ύπαρξής μου. Μόνο ο Στράτος. Μόνο αυτός αν το επεδίωκε!
Καθίσαμε στα άνετα σκαμπό της μπάρας και παραγγείλαμε τα καπουτσίνο μας στον Γιώργο, ο οποίος έδειχνε γοητευμένος για τις ομορφιές μας! Δεκάρα δεν έδινα αν εγώ έδειχνα όμορφη. Αν είχα προσέξει τον εαυτό μου κάπως αυτή την βραδιά ήταν μόνο και μόνο για να με δει ο Στράτος που στεκόταν απέναντι στην είσοδο της καφετέριας ως πορτιέρης που εκείνο το κόκκινο σακάκι του, τον έκανε να ξεχωρίζει. Τα μάτια μου ήταν καρφωμένα επάνω του και δεν με ένοιαζε αν κάπου στεκόταν η Δανάη και παραφύλαγε την παραμικρή αντίδρασή του. Ήμουν τόσο αφηρημένη που δεν είχα δώσει και ιδιαίτερη σημασία στο ποιός καθόταν δίπλα μου ή απέναντί μου. Γενικά δεν έδινα καμιά σημασία στον κόσμο. Δεν ήμουν σε φάση να παρατηρώ τον κόσμο όπως έκανα συνήθως. Απλά το βλέμμα μου πλανιόταν ασυναίσθητα! Η Βάνα με άφησε προς στιγμήν μόνη μου για να μιλήσει κατ'ιδίαν με τον Γιώργο και συνέχισα να περιπλανώ την ματιά μου ολόγυρα.
- Δεσποινίς!
Άκουσα απ'τα δεξιά μου και γυρίζω με απορία να δω ποιός ήταν αυτός που χρησιμοποιούσε αυτή την ξεχασμένη λέξη και ποιά ήταν αυτή που την εισέπραττε:
- Με συγχωρείς! Μπορείς να φυλάξεις για λίγο τα πράγματά μου να πάω λίγο στην τουαλέτα;
Άκουσα τον διπλανό μου να απευθύνεται σε μένα.
- Ναι βέβαια! Είπα και εισέπραξα το χαμόγελό του για την χάρη που του έκανα.
Χάθηκε στο βάθος της καφετέριας προς τις ανδρικές τουαλέτες και μετά κατάλαβα ότι ήταν μεγάλη βλακεία να πάρω την ευθύνη να προσέχω τα πράγματα κάποιου αγνώστου ο οποίος εκτός απ'το φλυτζάνι του καφέ του είχε αφήσει το πορτοφόλι του και το κλειδί του αυτοκινήτου του. "Τι ηλίθια που είσαι" έλεγα και ξανάλεγα στον εαυτό μου και ξαφνικά γύρισα τα πόδια μου για να πιάσω το σκαμπό του πριν βρεθεί και κάτσει κάνας άλλος και τράβηξα προς το μέρος μου τα πράγματα του άγνωστου που του έκανα χάρη. Αναρωτήθηκα με τι θάρρος και με τι εμπιστοσύνη, μου άφηνε το πορτοφόλι και το κλειδί του αυτοκινήτου σε μια άγνωστη. Αν εγώ ήμουν καμιά κλεπτομανής; Αυτό δεν του πέρασε καν απ'το μυαλό ή ζοριζόταν τόσο να πάει για κατούρημα που ήταν το τελευταίο που θα σκεφτόταν ή υπήρχε άλλος λόγος;
- Είσαι στις ομορφιές σου όπως κάθε φορά. Άκουσα την χαρούμενη φωνή του Στράτου που δεν κατάλαβα για πότε είχε βρεθεί να στέκεται πίσω μου.
- Ευχαριστώ, να'σαι καλά! Του είπα.
Τον κοίταζα και δεν καταλάβαινα, πως έτσι ξαφνικά άφησε το πόστο του και ήρθε να μου μιλήσει, αφού χαιρετηθήκαμε νωρίτερα στην είσοδο μπαίνοντας. Τι ήταν τώρα αυτό;
- Πως από δω; Συνέχισε μες στο κέφι. Που το'βρισκε δεν κατάλαβαινα!
- Να μωρέ, περνούσαμε απ'έξω και είδαμε φως και μπήκαμε! Αστειεύτηκα για χάρη του.
- Καλά κάνατε... Αλλά με συγχωρείς πρέπει να γυρίσω στην δουλειά μου. Τα λέμε αργότερα.
Και εξαφανίστηκε. Τον κοίταζα να περνά σας αίλουρος ανάμεσα απ'τον όρθιο κόσμο που είχε κατακλύσει την καφετέρια. Δεν υπήρχε περίπτωση να πας σε μοδάτη καφετέρια και να φύγεις άπραγος. Καθόσουν και στα όρθια και έπινες καφέ! Ο Στράτος απομακρυνόταν αλλά το σακάκι του τον έκανε να ξεχωρίζει από τα άλλα μαύρα-γκρι κοστούμια των αρρένων θαμώνων. "Τι ήταν τώρα αυτό;" αναρωτήθηκα πάλι κι εκείνη ακριβώς την στιγμή γύρισε απ'την τουαλέτα ο άγνωστος που του έκανα χάρη. Μου χαμογέλασε. Τράβηξα τα πόδια μου απ'το σκαμπό:
- Σ'ευχαριστώ. Μου είπε χαμογελώντας μου και κάθισε στην θέση του.
- Παρακαλώ! Του είπα και γύρισα πάλι μπροστά μου κοιτάζοντας την Βάνα που δεν έλεγε να γυρίσει πίσω.
Τράβηξε τα πράγματά του μπροστά του και συνέχισε να πίνει τον καφέ του αμέριμνος. Ο Στράτος από απέναντι δεν έλεγε να πάρει τα μάτια του από επάνω μου. Η Βάνα γύρισε στην θέση της και πρόσεξε ότι ο αδερφός της συνεχώς κοιτούσε προς το μέρος μας. Εκείνη τον χαιρέτησε με την σειρά της κι έτσι έπαψε να μας ξανακοιτά!
- Τι ήθελε ο αδερφός μου λίγο πριν;
- Τίποτε. Ήρθε να με χαιρετήσει.
- Αφού μας χαιρέτησε στην είσοδο.
- Τι να σου πω ρε Βάνα. Ίσως ήθελε να ξεμουδιάσει.
- Δεν ξέρει τι θέλει πες καλύτερα. Η άλλη δεν του'χει αφήσει καθόλου μυαλό.
Προσπέρασα το τελευταίο σχόλιο. Ήταν επιλογή του. Και το σεβόμουν. Άσχετα αν εκείνος δεν σεβάστηκε καν εμένα. Ο Γιώργος μέσα απ'την μπάρα έφτιαχνε καφέδες, χυμούς και τσάγια και τα μάτια του πάντα έρχονταν και κάθονταν επάνω μας χαμογελαστά, αλλά πάντα σε ετοιμότητα να επικρίνουν την παραμικρή απόκληση! Χαμογέλασα στον Γιώργο και χέστηκα που επιθεωρούσε τις κινήσεις μας.
- Ο διπλανός σου τι ήθελε; Ρώτησε η Βάνα καταπίνοντας μια γουλιά απ'τον καπουτσίνο της.
- Τίποτε το ιδιαίτερο. Ήθελε να'χω το νου μου στα πράγματά του για να πήγαινε τουαλέτα.
- Κάθεται μόνος βλέπω.
- Και τι με αυτό; Αρκετοί κάθονται μόνοι τους. Κι απ'την άλλη ίσως να περιμένει παρέα.
Της Βάνας τα μάτια συνέχιζαν την έρευνα διακριτικά και χωρίς να προκαλέσει τον Γιώργο που τάχα διασκέδαζε που η κοπέλα του ήταν εκεί κοντά του και η βάρδια του θα έβγαινε για μερικές ώρες ευχάριστα.
- Ωραίος... είπε ψυθιριστά η Βάνα μετά από λίγο.
Την κοίταξα και γέλασα. Υποψιάστηκα ότι τον είχε βάλει στόχο ως άλλη θεία απ'το Σικάγο για να μου τον "προξενέψει".
- Βάνα μην καρφώνεσαι. Δεν έδειξε ο άνθρωπος τέτοια πρόθεση. Της είπα.
- Είσαι εντελώς χαζή; Ξέρεις πολλούς που να'ναι μόνοι τους και να εμπιστεύονται τα πράγματά τους σε μια άγνωστη; Άλλος είναι ο σκοπός του και πάμε στοίχημα.
- Ωχ, ρε Βάνα!
Από απέναντι ο Στράτος πότε έκανε τον σοβαρό και πότε έκανε τον αστείο για να μου αποσπά την προσοχή. τι σκατά είχε πάθει απόψε αυτός; Γενικά τι σκατά πάθαν τα δυο αδέρφια: ο ένας να έρχεται δήθεν να με χαιρετήσει κι άλλη να προσπαθεί να μαντέψει αν αποσκοπεί σε κάτι μια απλή εξυπηρέτηση.
Η Βάνα συνέχισε τα πήγαιν'έλα στον Γιώργο, λες κι εκείνος δεν μπορούσε να πλησιάσει και να'ρθει να της μιλήσει όταν υπήρξε ένα ελάχιστο κενό. Λέμε τώρα! Στον γενικό χαμό που γινόταν δεν υπήρχε ελάχιστο κενό και το μόνο που έκανε ο Γιώργος ήταν συχνά-πυκνά να ρίχνει την διερευνητική ματιά του τάχα μου τυχαία προς το μέρος μας!
- Μπορείς να μου πεις τι άρωμα είναι αυτό που φοράς και μου'χεις σπάσει την μύτη;
Άκουσα από δίπλα μου τον άγνωστο να μιλά δυνατά προς τα εμένα! Γύρισα προς την μεριά του:
- Ορίστε; Ρώτησα με απορία μη τυχόν και δεν απευθυνόταν σε μένα.
- Λέω τι παθαίνετε εσείς οι γυναίκες και βάζετε κάτι αρώματα που μας τραβάτε απ'την μύτη!
Γέλασα! Δεν μου είχε ξανατύχει κάποιος να σχολιάζει με τέτοιο τρόπο το άρωμά μου! Δεν ήξερα τι να του απαντήσω. Με ξάφνιασε!
- Προσωπικά φοράω άρωμα γιατί μου αρέσει κι όχι με σκοπό να τραβήξω απ'την μύτη κάποιον! Του είπα.
- Ναι! Αλλά εμένα με τράβηξες απ'την μύτη!
- Εντάξει! Θα φροντίσω να μην το ξαναβάλω αν ενοχλεί!
- Δεν είπα κάτι τέτοιο. Να το βάζεις πάντα. Σου πάει!
- Ευχαριστώ!
Ο άγνωστος είχε στραφεί για τα καλά προς την μεριά μου χαμογελώντας μου. Βρε μήπως τελικά η Βάνα είχε δίκιο;
- Είσαι από δω απ'τα μέρη μας; Πρώτη φορά σε βλέπω εδώ.
Συνέχισε κάπως την ανάκριση, ενώ εγώ περίμενα πως μάλλον είχε τελειώσει κι αυτό ήταν! Η Βάνα μου φαίνεται ότι επιβεβαιωνόταν τελικά.
- Ναι από δω είμαι. Ίσως να μην έχει τύχει να με προσέξεις. Δεν είμαι άλλωστε κι απ'τις γυναίκες που μαγνητίζουν τα βλέμματα. Μάλιστα αυτήν εδώ τη καφετέρια την έχουμε κάνει στέκι με την παρέα μου από τότε που άνοιξε.
- Ναι είναι όμορφη μεριά. Ευάγγελος!
Μου συστήθηκε και μου άπλωσε το χέρι για χειραψία.
- Μαρίνα! Του χάρησα το όνομά μου κι ανταπόδωσα σχετικά.
- Χάρηκα για την γνωριμία!
- Κι εγώ!
Η Βάνα αργούσε να επιστρέψει στην θέση της και βάζω στοίχημα πως είχε δει ότι η γνωριμία με τον άγνωστο μου τελικά προχωρούσε. Γύρισα και την κοίταξα κι εκείνη μου χαμογέλασε και μου έκλεισε το μάτι όλο νόημα σαν να έλεγε "είσαι σε καλό δρόμο". Την είχε δει την δουλειά τελικά ως άλλη θεία απ'το Σικάγο. Με ένα χαζό χαμόγελο στα χείλη απ'το πως εξελισσόταν η γνωριμία μου με τον Ευάγγελο γύρισα εντελώς ασυναίσθητα το βλέμμα μου την στιγμή που έπινα μια γουλιά απ'τον καφέ μου στον Στράτο. Είχε πάρει το σοβαρό του ύφος και κάπνιζε νευρικά. Δεν μπορούσα να δώσω καμιά εξήγηση αλλά κι εκείνος απέφευγε με την πλάτη γυρισμένη πια να μου δώσει έστω ένα βλέμμα και να μου πει "καλά κάνεις, προχώρησε". Δεν αφέθηκα να μου χαλάσει την διάθεση. Θα έκανα ένα βήμα μπροστά. Για μένα. Για να ξεχάσω. Να προχωρήσω την ζωή μου.
Ο Ευάγγελος όλο χαμόγελουσε κι έκανε κι εμένα να χαμογελώ. Ήταν αστείος και γενικά δεν άφηνε δευτερόλεπτο να πάει χαμένο. Η Βάνα κατέφθασε επιτέλους κάποια στιγμή και έγιναν οι συστάσεις. Ενώ με τον Ευάγγελο εξελισσόταν το όλο θέμα ως άλλη μια γνωριμία εντελώς αθώα, η Βάνα τελικά δεν το άφησε να προσπεράσει έτσι. Η θεία απ'το Σικάγο που έλεγα!
- Η Μαρίνα είναι η καλύτερή μου φίλη. Κανόνισε λοιπόν την πορεία σου!
Τον απείλησε ευγενικά χάρην αστειότητος! Εκείνος με κοιτούσε στα μάτια κι εντελώς ξαφνικά άπλωσε το χέρι στο δικό μου:
- Σου υπόσχομαι ότι θα την προσέχω!
Της απάντησε και κάρφωσε το βλέμμα του επάνω μου. Χαμογέλασα και το δικό μου βλέμμα ταξίδεψε μερικά μέτρα μπροστά στον Στράτο. Είχε ακουμπήσει στην άκρη της πόρτας και κοιτούσε προς την μεριά μου. Κάπνιζε νευρικά. "Εσύ δεν είσαι που ήθελες να προχωρήσω στην ζωή μου; Τώρα τι σκατά ζητάς και αντί να χαίρεσαι με κοιτάς με εκείνο το βλέμμα που δεν ξέρει τι θέλει;". Η Βάνα κι ο Ευάγγελος συνέχιζαν την κουβέντα τους περί ανέμων και υδάτων κι εγώ χαζογελούσα και συμφωνούσα σε όλα όσα δεν πρόσεχα.
- Αλήθεια τι θα κάνετε μετά κορίτσια; άκουσα τον Ευάγγελο και απέσπασε την προσοχή μου ένα ξαφνικό φιλικό χάδι στην πλάτη μου.
- Θα συνεχίσουμε για ένα ποτό σε κάποιο κλαμπ. Είπα εγώ.
- Μην την ακούς. Δεν κανονίσαμε τίποτε.
- Μα... Έκανα εγώ και δεν πρόλαβα να συμπληρώσω την πρόταση μου γιατί πάλι πετάχτηκε η Βάνα.
- Μα δεν κανονίσαμε τίποτε Μαρίνα! Και με κοιτά με έντονο βλέμμα όλο νόημα σαν να έλεγε "σκάσε ηλίθια, για σένα δουλεύω".
- Θα σε πείραζε να κλέψω την φίλη σου; Είπε ο Ευάγγελος στην Βάνα.
- Να την κλέψεις. Εγώ ούτως ή άλλως θα βγω με τον δικό μου, απλά περιμένει να έρθει κάποιος να τον αλλάξει γιατί σχολάει σε λίγο!
Μα τι ψέμματα καθόταν κι αράδιαζε στον Ευάγγελο; Τι γινόταν τώρα αυτή την στιγμή;
- Τι θα έλεγες να πηγαίναμε για ένα ποτό οι δυο μας;
- Φυσικά και θα πάτε για ποτό! Επέμεινε η Βάνα.
Μπελά που βρήκα και κανονίζει από μόνη της για μένα, χωρίς να προλάβω να πω το οτιδήποτε.
- Θέλεις να έρθεις μαζί μας; της λέει τελικά ο Ευάγγελος.
- Όχι-όχι, οι δυο σας θα πάτε.
- Να δούμε τι έχει να πει η Μαρίνα όμως; Δεν μου αρέσει να πιέζω τις καταστάσεις.
Ο Ευάγγελος κρεμόταν απ'τα χείλη μου στην κυριολεξία. Ο Στράτος από απέναντι είχε χαθεί προς τα έξω και η Βάνα δεν αντιδρούσε και περίμενε την απάντησή μου:
- Δεν θα πάθω τίποτε με ένα-δυο ποτά! Θα έρθω! Είπα τελικά στον Ευάγγελο.
- Ωραία! Φύγαμε λοιπόν! Είπε και ήδη είχε σηκωθεί είχε πάρει το πορτοφόλι και το κλειδί του αυτοκινήτου και περίμενε να σηκωθώ κι εγώ:
- Να περάσετε καλά! Είπε η Βάνα.
- Ρε Βάνα, οι δυο μας υποτίθεται ότι κανονίσαμε να βγούμε... Της είπα σιγανά για να μην ακούσει ο Ευάγγελος.
- Μην είσαι χαζή και μην αφήνεις τις ευκαιρίες να σε περνάνε. Βγες μαζί του πέρασε καλά κι ότι είναι να γίνει θα γίνει. Αν πάλι δεν γίνει, δεν πειράζει, πάντα κάποιος θα υπάρχει που θα σε περιμένει.
- Δεν ξέρω ρε Βάνα. Όλα γίνονται πολύ γρήγορα!
- Φύγε τώρα αμέσως και δεν είναι σωστό να σε περιμένει απ'την στιγμή που ήδη είπες ότι θα πας. Και στο κάτω-κάτω για ένα ποτό θα πάτε. Και τηλεφώνησέ μου αύριο να μου πεις τι έγινε. Εντάξει;
- Εντάξει! Υποχώρησα.
Δεν υπήρχε περίπτωση να το αποφύγω. Ο Ευάγγελος περίμενε υπομονετικά να φύγουμε παρέα κι εγώ αμφιταλαντευόμουν αν έπρεπε ή όχι να προχωρήσω την ζωή μου. Βγήκαμε απ'την καφετέρια κι ο Στράτος που καθόταν έξω απ'την είσοδο με σταμάτησε:
- Που πάτε;
- Για ποτό! Του είπα.
Ο Ευάγγελος κοντοστάθηκε και με περίμενε. Του χαμογέλασα και του έκανα νόημα να πλησιάσει. Ήταν η ώρα για τις συστάσεις μεταξύ των δύο αντρών. Ο Στράτος με ένα προσποιητό χαμόγελο είπε ότι χάρηκε:
- Να την προσέχεις την φίλη μου σαν τα μάτια σου!
Του είπε με ύφος "κανόνισε την πορεία σου μεγάλε γιατί θα'χεις να κάνεις μαζί μου έτσι και πληγωθεί"! Ξύπνησε ο άντρας ο πολλά βαρύς ξαφνικά, αλλά μια φούσκα εντυπωσιασμού ήταν και τίποτε άλλο!
- Ο Στράτος είναι αδερφός της Βάνας! Είπα στον Ευάγγελο.
- Μην ανησυχείς φίλε μου. Ειδικά την Μαρίνα θα την προσέχω. Φαίνεται ότι δεν είναι γυναίκα για μια ξεπέτα!
Του πέταξε ο Ευάγγελος στα μούτρα με ευγενικό τρόπο κι ο Στράτος συμμαζεύτηκε λέγονας μόνο ένα "σωστά μιλάς"!
Χαιρετηθήκαμε κι ο Στράτος αφαίθηκε να μας κοιτάζει που απομακρυνόμασταν με ένα ερωτηματικό στο βλέμμα. Γύρισα και τον κοίταξα από απόσταση κι εκείνος ακόμη καθόταν στο ίδιο σημείο κοιτώντας μας μέχρι να χαθούμε. Έπρεπε κάπως να του δείξω ότι προχωρούσα με την ζωή μου. Είτε του άρεσε είτε όχι!
Τον άκουσα να μου ψυθυρίζει στο αυτί ενώ πιο μπροστά τον τραβολογούσε η Δανάη για να φύγουν. Τι ήταν τώρα αυτό; Και τι τον νοιάζει ποιός κάνει ή δεν κάνει για μένα; Εγώ του είπα ποτέ ότι δεν κάνει γι'αυτόν η Δανάη; Ο Ευάγγελος με κοιτούσε και χαμογελούσε και δεν μπορούσα να του πω περισσότερα. Απλά του χαμογέλασα.
- Έγινε! Είπα στον Στράτο που μας χαιρετούσε και συνέχισα να κάνω την κινέζα στην πρόσφατη γνωριμία μου για να μην δώσω αφορμή για παρεξηγήσεις.
Ήταν την εποχή που ο Στράτος είχε στην ζωή του την Δανάη, την εποχή που η καρδιά μου είχε γίνει χιλιάδες κομμάτια απ'την στιγμή που οι αποφάσεις που είχαμε πάρει με τον Στράτο για την σχέση μας είχαν πάει κατά διαόλου επειδή εκείνος το θέλησε, την εποχή που ενώ ήθελα να μην τον βλέπω στα μάτια μου τελικά υποχώρησα γιατί δεν μπορούσα να μην τον βλέπω. Δεν μπορούσα να τα βρω με τον εαυτό μου. Πάλευα να κάνω την χαρούμενη κι ότι όλα πήγαιναν καλά στην ζωή μου. Η Βάνα σαν να είχε καταλάβει ότι υπήρχε ένα κενό σε μένα και προσπαθούσε να με κινητοποιεί. Πότε για έναν καφέ στην καφετέρια που εργαζόταν ο Γιώργος της ή πότε για ένα ποτό σε κάποιο κοντινό κλαμπάκι. Και συνήθως κατέληγα να πίνω πολύ, να ζαλίζομαι και να κλαίω ασταμάτητα για να ξεσπάσω αυτό που με πονούσε. Και που συνήθως δικαιολογούσα τα δάκρυα ως αποτέλεσμα της κάπνας που επικρατούσε στον χώρο και που ο εξαερισμός ήταν αρκετά μπουκωμένος για να την αποβάλει.
Ένα από εκείνα τα Σαββατιάτικα βράδια είχαμε κανονίσει με την Βάνα να κάνουμε μια μπαρότσαρκα, αφού προηγουμένως πηγαίναμε για έναν καφέ στο γνωστό μας στέκι. Ποτέ δεν πιάναμε τραπεζάκι. Πηγαίναμε και καθόμασταν στην μπάρα ώστε η Βάνα να μπορεί να μιλάει με τον Γιώργο, μιας κι ο σκοπός ήταν αυτός: να βλέπονται! Που αν καθόμασταν σε τραπεζάκι το άγρυπνο βλέμμα του Γιώργου μέσα από την μπάρα ήταν κολλημένο στην δική μας μεριά, μη τυχόν και ξεφύγουμε μη τυχόν και μιλήσουμε σε κάναν άγνωστο που μας γεμίζει κομπλιμέντα! Τέτοια εμπιστοσύνη είχε στην κοπέλα του! Δεν με ένοιαζε για μένα. Εγώ ήμουν στην κοσμάρα μου και οι οποιεσδήποτε παρεμβολές από εξωγενείς παράγοντες δεν με άγγιζαν. Δεν διαπερνούσαν το πλέγμα της ύπαρξής μου. Μόνο ο Στράτος. Μόνο αυτός αν το επεδίωκε!
Καθίσαμε στα άνετα σκαμπό της μπάρας και παραγγείλαμε τα καπουτσίνο μας στον Γιώργο, ο οποίος έδειχνε γοητευμένος για τις ομορφιές μας! Δεκάρα δεν έδινα αν εγώ έδειχνα όμορφη. Αν είχα προσέξει τον εαυτό μου κάπως αυτή την βραδιά ήταν μόνο και μόνο για να με δει ο Στράτος που στεκόταν απέναντι στην είσοδο της καφετέριας ως πορτιέρης που εκείνο το κόκκινο σακάκι του, τον έκανε να ξεχωρίζει. Τα μάτια μου ήταν καρφωμένα επάνω του και δεν με ένοιαζε αν κάπου στεκόταν η Δανάη και παραφύλαγε την παραμικρή αντίδρασή του. Ήμουν τόσο αφηρημένη που δεν είχα δώσει και ιδιαίτερη σημασία στο ποιός καθόταν δίπλα μου ή απέναντί μου. Γενικά δεν έδινα καμιά σημασία στον κόσμο. Δεν ήμουν σε φάση να παρατηρώ τον κόσμο όπως έκανα συνήθως. Απλά το βλέμμα μου πλανιόταν ασυναίσθητα! Η Βάνα με άφησε προς στιγμήν μόνη μου για να μιλήσει κατ'ιδίαν με τον Γιώργο και συνέχισα να περιπλανώ την ματιά μου ολόγυρα.
- Δεσποινίς!
Άκουσα απ'τα δεξιά μου και γυρίζω με απορία να δω ποιός ήταν αυτός που χρησιμοποιούσε αυτή την ξεχασμένη λέξη και ποιά ήταν αυτή που την εισέπραττε:
- Με συγχωρείς! Μπορείς να φυλάξεις για λίγο τα πράγματά μου να πάω λίγο στην τουαλέτα;
Άκουσα τον διπλανό μου να απευθύνεται σε μένα.
- Ναι βέβαια! Είπα και εισέπραξα το χαμόγελό του για την χάρη που του έκανα.
Χάθηκε στο βάθος της καφετέριας προς τις ανδρικές τουαλέτες και μετά κατάλαβα ότι ήταν μεγάλη βλακεία να πάρω την ευθύνη να προσέχω τα πράγματα κάποιου αγνώστου ο οποίος εκτός απ'το φλυτζάνι του καφέ του είχε αφήσει το πορτοφόλι του και το κλειδί του αυτοκινήτου του. "Τι ηλίθια που είσαι" έλεγα και ξανάλεγα στον εαυτό μου και ξαφνικά γύρισα τα πόδια μου για να πιάσω το σκαμπό του πριν βρεθεί και κάτσει κάνας άλλος και τράβηξα προς το μέρος μου τα πράγματα του άγνωστου που του έκανα χάρη. Αναρωτήθηκα με τι θάρρος και με τι εμπιστοσύνη, μου άφηνε το πορτοφόλι και το κλειδί του αυτοκινήτου σε μια άγνωστη. Αν εγώ ήμουν καμιά κλεπτομανής; Αυτό δεν του πέρασε καν απ'το μυαλό ή ζοριζόταν τόσο να πάει για κατούρημα που ήταν το τελευταίο που θα σκεφτόταν ή υπήρχε άλλος λόγος;
- Είσαι στις ομορφιές σου όπως κάθε φορά. Άκουσα την χαρούμενη φωνή του Στράτου που δεν κατάλαβα για πότε είχε βρεθεί να στέκεται πίσω μου.
- Ευχαριστώ, να'σαι καλά! Του είπα.
Τον κοίταζα και δεν καταλάβαινα, πως έτσι ξαφνικά άφησε το πόστο του και ήρθε να μου μιλήσει, αφού χαιρετηθήκαμε νωρίτερα στην είσοδο μπαίνοντας. Τι ήταν τώρα αυτό;
- Πως από δω; Συνέχισε μες στο κέφι. Που το'βρισκε δεν κατάλαβαινα!
- Να μωρέ, περνούσαμε απ'έξω και είδαμε φως και μπήκαμε! Αστειεύτηκα για χάρη του.
- Καλά κάνατε... Αλλά με συγχωρείς πρέπει να γυρίσω στην δουλειά μου. Τα λέμε αργότερα.
Και εξαφανίστηκε. Τον κοίταζα να περνά σας αίλουρος ανάμεσα απ'τον όρθιο κόσμο που είχε κατακλύσει την καφετέρια. Δεν υπήρχε περίπτωση να πας σε μοδάτη καφετέρια και να φύγεις άπραγος. Καθόσουν και στα όρθια και έπινες καφέ! Ο Στράτος απομακρυνόταν αλλά το σακάκι του τον έκανε να ξεχωρίζει από τα άλλα μαύρα-γκρι κοστούμια των αρρένων θαμώνων. "Τι ήταν τώρα αυτό;" αναρωτήθηκα πάλι κι εκείνη ακριβώς την στιγμή γύρισε απ'την τουαλέτα ο άγνωστος που του έκανα χάρη. Μου χαμογέλασε. Τράβηξα τα πόδια μου απ'το σκαμπό:
- Σ'ευχαριστώ. Μου είπε χαμογελώντας μου και κάθισε στην θέση του.
- Παρακαλώ! Του είπα και γύρισα πάλι μπροστά μου κοιτάζοντας την Βάνα που δεν έλεγε να γυρίσει πίσω.
Τράβηξε τα πράγματά του μπροστά του και συνέχισε να πίνει τον καφέ του αμέριμνος. Ο Στράτος από απέναντι δεν έλεγε να πάρει τα μάτια του από επάνω μου. Η Βάνα γύρισε στην θέση της και πρόσεξε ότι ο αδερφός της συνεχώς κοιτούσε προς το μέρος μας. Εκείνη τον χαιρέτησε με την σειρά της κι έτσι έπαψε να μας ξανακοιτά!
- Τι ήθελε ο αδερφός μου λίγο πριν;
- Τίποτε. Ήρθε να με χαιρετήσει.
- Αφού μας χαιρέτησε στην είσοδο.
- Τι να σου πω ρε Βάνα. Ίσως ήθελε να ξεμουδιάσει.
- Δεν ξέρει τι θέλει πες καλύτερα. Η άλλη δεν του'χει αφήσει καθόλου μυαλό.
Προσπέρασα το τελευταίο σχόλιο. Ήταν επιλογή του. Και το σεβόμουν. Άσχετα αν εκείνος δεν σεβάστηκε καν εμένα. Ο Γιώργος μέσα απ'την μπάρα έφτιαχνε καφέδες, χυμούς και τσάγια και τα μάτια του πάντα έρχονταν και κάθονταν επάνω μας χαμογελαστά, αλλά πάντα σε ετοιμότητα να επικρίνουν την παραμικρή απόκληση! Χαμογέλασα στον Γιώργο και χέστηκα που επιθεωρούσε τις κινήσεις μας.
- Ο διπλανός σου τι ήθελε; Ρώτησε η Βάνα καταπίνοντας μια γουλιά απ'τον καπουτσίνο της.
- Τίποτε το ιδιαίτερο. Ήθελε να'χω το νου μου στα πράγματά του για να πήγαινε τουαλέτα.
- Κάθεται μόνος βλέπω.
- Και τι με αυτό; Αρκετοί κάθονται μόνοι τους. Κι απ'την άλλη ίσως να περιμένει παρέα.
Της Βάνας τα μάτια συνέχιζαν την έρευνα διακριτικά και χωρίς να προκαλέσει τον Γιώργο που τάχα διασκέδαζε που η κοπέλα του ήταν εκεί κοντά του και η βάρδια του θα έβγαινε για μερικές ώρες ευχάριστα.
- Ωραίος... είπε ψυθιριστά η Βάνα μετά από λίγο.
Την κοίταξα και γέλασα. Υποψιάστηκα ότι τον είχε βάλει στόχο ως άλλη θεία απ'το Σικάγο για να μου τον "προξενέψει".
- Βάνα μην καρφώνεσαι. Δεν έδειξε ο άνθρωπος τέτοια πρόθεση. Της είπα.
- Είσαι εντελώς χαζή; Ξέρεις πολλούς που να'ναι μόνοι τους και να εμπιστεύονται τα πράγματά τους σε μια άγνωστη; Άλλος είναι ο σκοπός του και πάμε στοίχημα.
- Ωχ, ρε Βάνα!
Από απέναντι ο Στράτος πότε έκανε τον σοβαρό και πότε έκανε τον αστείο για να μου αποσπά την προσοχή. τι σκατά είχε πάθει απόψε αυτός; Γενικά τι σκατά πάθαν τα δυο αδέρφια: ο ένας να έρχεται δήθεν να με χαιρετήσει κι άλλη να προσπαθεί να μαντέψει αν αποσκοπεί σε κάτι μια απλή εξυπηρέτηση.
Η Βάνα συνέχισε τα πήγαιν'έλα στον Γιώργο, λες κι εκείνος δεν μπορούσε να πλησιάσει και να'ρθει να της μιλήσει όταν υπήρξε ένα ελάχιστο κενό. Λέμε τώρα! Στον γενικό χαμό που γινόταν δεν υπήρχε ελάχιστο κενό και το μόνο που έκανε ο Γιώργος ήταν συχνά-πυκνά να ρίχνει την διερευνητική ματιά του τάχα μου τυχαία προς το μέρος μας!
- Μπορείς να μου πεις τι άρωμα είναι αυτό που φοράς και μου'χεις σπάσει την μύτη;
Άκουσα από δίπλα μου τον άγνωστο να μιλά δυνατά προς τα εμένα! Γύρισα προς την μεριά του:
- Ορίστε; Ρώτησα με απορία μη τυχόν και δεν απευθυνόταν σε μένα.
- Λέω τι παθαίνετε εσείς οι γυναίκες και βάζετε κάτι αρώματα που μας τραβάτε απ'την μύτη!
Γέλασα! Δεν μου είχε ξανατύχει κάποιος να σχολιάζει με τέτοιο τρόπο το άρωμά μου! Δεν ήξερα τι να του απαντήσω. Με ξάφνιασε!
- Προσωπικά φοράω άρωμα γιατί μου αρέσει κι όχι με σκοπό να τραβήξω απ'την μύτη κάποιον! Του είπα.
- Ναι! Αλλά εμένα με τράβηξες απ'την μύτη!
- Εντάξει! Θα φροντίσω να μην το ξαναβάλω αν ενοχλεί!
- Δεν είπα κάτι τέτοιο. Να το βάζεις πάντα. Σου πάει!
- Ευχαριστώ!
Ο άγνωστος είχε στραφεί για τα καλά προς την μεριά μου χαμογελώντας μου. Βρε μήπως τελικά η Βάνα είχε δίκιο;
- Είσαι από δω απ'τα μέρη μας; Πρώτη φορά σε βλέπω εδώ.
Συνέχισε κάπως την ανάκριση, ενώ εγώ περίμενα πως μάλλον είχε τελειώσει κι αυτό ήταν! Η Βάνα μου φαίνεται ότι επιβεβαιωνόταν τελικά.
- Ναι από δω είμαι. Ίσως να μην έχει τύχει να με προσέξεις. Δεν είμαι άλλωστε κι απ'τις γυναίκες που μαγνητίζουν τα βλέμματα. Μάλιστα αυτήν εδώ τη καφετέρια την έχουμε κάνει στέκι με την παρέα μου από τότε που άνοιξε.
- Ναι είναι όμορφη μεριά. Ευάγγελος!
Μου συστήθηκε και μου άπλωσε το χέρι για χειραψία.
- Μαρίνα! Του χάρησα το όνομά μου κι ανταπόδωσα σχετικά.
- Χάρηκα για την γνωριμία!
- Κι εγώ!
Η Βάνα αργούσε να επιστρέψει στην θέση της και βάζω στοίχημα πως είχε δει ότι η γνωριμία με τον άγνωστο μου τελικά προχωρούσε. Γύρισα και την κοίταξα κι εκείνη μου χαμογέλασε και μου έκλεισε το μάτι όλο νόημα σαν να έλεγε "είσαι σε καλό δρόμο". Την είχε δει την δουλειά τελικά ως άλλη θεία απ'το Σικάγο. Με ένα χαζό χαμόγελο στα χείλη απ'το πως εξελισσόταν η γνωριμία μου με τον Ευάγγελο γύρισα εντελώς ασυναίσθητα το βλέμμα μου την στιγμή που έπινα μια γουλιά απ'τον καφέ μου στον Στράτο. Είχε πάρει το σοβαρό του ύφος και κάπνιζε νευρικά. Δεν μπορούσα να δώσω καμιά εξήγηση αλλά κι εκείνος απέφευγε με την πλάτη γυρισμένη πια να μου δώσει έστω ένα βλέμμα και να μου πει "καλά κάνεις, προχώρησε". Δεν αφέθηκα να μου χαλάσει την διάθεση. Θα έκανα ένα βήμα μπροστά. Για μένα. Για να ξεχάσω. Να προχωρήσω την ζωή μου.
Ο Ευάγγελος όλο χαμόγελουσε κι έκανε κι εμένα να χαμογελώ. Ήταν αστείος και γενικά δεν άφηνε δευτερόλεπτο να πάει χαμένο. Η Βάνα κατέφθασε επιτέλους κάποια στιγμή και έγιναν οι συστάσεις. Ενώ με τον Ευάγγελο εξελισσόταν το όλο θέμα ως άλλη μια γνωριμία εντελώς αθώα, η Βάνα τελικά δεν το άφησε να προσπεράσει έτσι. Η θεία απ'το Σικάγο που έλεγα!
- Η Μαρίνα είναι η καλύτερή μου φίλη. Κανόνισε λοιπόν την πορεία σου!
Τον απείλησε ευγενικά χάρην αστειότητος! Εκείνος με κοιτούσε στα μάτια κι εντελώς ξαφνικά άπλωσε το χέρι στο δικό μου:
- Σου υπόσχομαι ότι θα την προσέχω!
Της απάντησε και κάρφωσε το βλέμμα του επάνω μου. Χαμογέλασα και το δικό μου βλέμμα ταξίδεψε μερικά μέτρα μπροστά στον Στράτο. Είχε ακουμπήσει στην άκρη της πόρτας και κοιτούσε προς την μεριά μου. Κάπνιζε νευρικά. "Εσύ δεν είσαι που ήθελες να προχωρήσω στην ζωή μου; Τώρα τι σκατά ζητάς και αντί να χαίρεσαι με κοιτάς με εκείνο το βλέμμα που δεν ξέρει τι θέλει;". Η Βάνα κι ο Ευάγγελος συνέχιζαν την κουβέντα τους περί ανέμων και υδάτων κι εγώ χαζογελούσα και συμφωνούσα σε όλα όσα δεν πρόσεχα.
- Αλήθεια τι θα κάνετε μετά κορίτσια; άκουσα τον Ευάγγελο και απέσπασε την προσοχή μου ένα ξαφνικό φιλικό χάδι στην πλάτη μου.
- Θα συνεχίσουμε για ένα ποτό σε κάποιο κλαμπ. Είπα εγώ.
- Μην την ακούς. Δεν κανονίσαμε τίποτε.
- Μα... Έκανα εγώ και δεν πρόλαβα να συμπληρώσω την πρόταση μου γιατί πάλι πετάχτηκε η Βάνα.
- Μα δεν κανονίσαμε τίποτε Μαρίνα! Και με κοιτά με έντονο βλέμμα όλο νόημα σαν να έλεγε "σκάσε ηλίθια, για σένα δουλεύω".
- Θα σε πείραζε να κλέψω την φίλη σου; Είπε ο Ευάγγελος στην Βάνα.
- Να την κλέψεις. Εγώ ούτως ή άλλως θα βγω με τον δικό μου, απλά περιμένει να έρθει κάποιος να τον αλλάξει γιατί σχολάει σε λίγο!
Μα τι ψέμματα καθόταν κι αράδιαζε στον Ευάγγελο; Τι γινόταν τώρα αυτή την στιγμή;
- Τι θα έλεγες να πηγαίναμε για ένα ποτό οι δυο μας;
- Φυσικά και θα πάτε για ποτό! Επέμεινε η Βάνα.
Μπελά που βρήκα και κανονίζει από μόνη της για μένα, χωρίς να προλάβω να πω το οτιδήποτε.
- Θέλεις να έρθεις μαζί μας; της λέει τελικά ο Ευάγγελος.
- Όχι-όχι, οι δυο σας θα πάτε.
- Να δούμε τι έχει να πει η Μαρίνα όμως; Δεν μου αρέσει να πιέζω τις καταστάσεις.
Ο Ευάγγελος κρεμόταν απ'τα χείλη μου στην κυριολεξία. Ο Στράτος από απέναντι είχε χαθεί προς τα έξω και η Βάνα δεν αντιδρούσε και περίμενε την απάντησή μου:
- Δεν θα πάθω τίποτε με ένα-δυο ποτά! Θα έρθω! Είπα τελικά στον Ευάγγελο.
- Ωραία! Φύγαμε λοιπόν! Είπε και ήδη είχε σηκωθεί είχε πάρει το πορτοφόλι και το κλειδί του αυτοκινήτου και περίμενε να σηκωθώ κι εγώ:
- Να περάσετε καλά! Είπε η Βάνα.
- Ρε Βάνα, οι δυο μας υποτίθεται ότι κανονίσαμε να βγούμε... Της είπα σιγανά για να μην ακούσει ο Ευάγγελος.
- Μην είσαι χαζή και μην αφήνεις τις ευκαιρίες να σε περνάνε. Βγες μαζί του πέρασε καλά κι ότι είναι να γίνει θα γίνει. Αν πάλι δεν γίνει, δεν πειράζει, πάντα κάποιος θα υπάρχει που θα σε περιμένει.
- Δεν ξέρω ρε Βάνα. Όλα γίνονται πολύ γρήγορα!
- Φύγε τώρα αμέσως και δεν είναι σωστό να σε περιμένει απ'την στιγμή που ήδη είπες ότι θα πας. Και στο κάτω-κάτω για ένα ποτό θα πάτε. Και τηλεφώνησέ μου αύριο να μου πεις τι έγινε. Εντάξει;
- Εντάξει! Υποχώρησα.
Δεν υπήρχε περίπτωση να το αποφύγω. Ο Ευάγγελος περίμενε υπομονετικά να φύγουμε παρέα κι εγώ αμφιταλαντευόμουν αν έπρεπε ή όχι να προχωρήσω την ζωή μου. Βγήκαμε απ'την καφετέρια κι ο Στράτος που καθόταν έξω απ'την είσοδο με σταμάτησε:
- Που πάτε;
- Για ποτό! Του είπα.
Ο Ευάγγελος κοντοστάθηκε και με περίμενε. Του χαμογέλασα και του έκανα νόημα να πλησιάσει. Ήταν η ώρα για τις συστάσεις μεταξύ των δύο αντρών. Ο Στράτος με ένα προσποιητό χαμόγελο είπε ότι χάρηκε:
- Να την προσέχεις την φίλη μου σαν τα μάτια σου!
Του είπε με ύφος "κανόνισε την πορεία σου μεγάλε γιατί θα'χεις να κάνεις μαζί μου έτσι και πληγωθεί"! Ξύπνησε ο άντρας ο πολλά βαρύς ξαφνικά, αλλά μια φούσκα εντυπωσιασμού ήταν και τίποτε άλλο!
- Ο Στράτος είναι αδερφός της Βάνας! Είπα στον Ευάγγελο.
- Μην ανησυχείς φίλε μου. Ειδικά την Μαρίνα θα την προσέχω. Φαίνεται ότι δεν είναι γυναίκα για μια ξεπέτα!
Του πέταξε ο Ευάγγελος στα μούτρα με ευγενικό τρόπο κι ο Στράτος συμμαζεύτηκε λέγονας μόνο ένα "σωστά μιλάς"!
Χαιρετηθήκαμε κι ο Στράτος αφαίθηκε να μας κοιτάζει που απομακρυνόμασταν με ένα ερωτηματικό στο βλέμμα. Γύρισα και τον κοίταξα από απόσταση κι εκείνος ακόμη καθόταν στο ίδιο σημείο κοιτώντας μας μέχρι να χαθούμε. Έπρεπε κάπως να του δείξω ότι προχωρούσα με την ζωή μου. Είτε του άρεσε είτε όχι!
...συνεχίζεται εδώ
8 comments:
Λοιπόν περαστικός είμαι κ διάβασα το πόστ,
Θεούλη μου έχεις φοβερή μνήμη θυμάσαι κάθε λεπτομέρεια της μέρας.
¨Ομως αυτό έχει κ τα μειωνεκτηματά του.
Ο εγκέφαλος δεν έχει δυστηχώς άπειρο χώρο, οπότε μην τον γεμίζεις με ανούσια πράγματα.
Ελπίζω να μη σε προσέβαλε το σχολιό μου.
Στην ηλικία σου ήμουν όταν εγώ ζούσα ότι ζούσα. Κι αυτά που εσύ θεωρείς ανούσια είναι για μένα οι αναμνήσεις μου. Ειλικρινά δεν έχω κάτι άλλο να θυμάμαι εκτός από όλο αυτό που έζησα. Και είναι σαν έγιναν όλα μόλις χθες κι ας έχουν περάσει χρόνια.
Δεν σε παρεξήγησα. Όλα τα σχόλια αρνητικά και μη είναι καλοδεχούμενα. Την γνώμη σου είπες και καλά έκανες.
Σ'ευχαριστώ για το πέρασμα!
Έπρεπε κάπως να του δείξω ότι προχωρούσα με την ζωή μου.
Μακάρι να μπορούσα να το πω αυτό στη συγκεκριμένη στιγμή της ζωής μου, και ακόμη και αν το έλεγα μακάρι να το εννοούσα.
Anyway αυτές οι αναμνήσεις είναι πολύτιμες και χαίρομαι που τις μοιράζεσε μαζί μας.
Καλό απόγευμα.
Σ'ευχαριστώ Γιώργο.
Ξέρεις πόσες φορές έκανα αυτή την σκέψη του "να προχωρήσω με την ζωή μου"; Πάμπολες! Κι άλλες τόσες το προσπερνούσα. Τα συναισθήματα ήταν πολύ πιο δυνατά κι απ'την επιθυμία. Έκανα βήματα μικρά, άλλα τελικά εκείνος ήταν αυτός που με βοήθησε να πάω πιο γρήγορα.
POLY ΩΡΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ!!!
τα βηματα που κανουμε στη ζωη μας για να ξεπερναμε θελουν δυναμη....αλλα μετα η λυτρωση μεγαλη
καλημερα!!!
Καλημέρα "παπαρούνα"!
Τα βήματα που κάνουμε στην ζωή μας είναι καμιά φορά πολύ δύσκολο για να τα κάνουμε. Βλέπεις τα συναισθήματα μας είναι αυτά που μπαίνουν εμπόδιο. Όμως ναι έρχεται η στιγμή που τα κάνουμε, γιατί πρέπει να τα κάνουμε. Για το δικό μας καλό.
Είσαι πολύ περιγραφική!!
Δεν θα μπορούσα να γράψω πιστεύω
ποτέ έτσι... μπράβο σου...
πολλές φορές μπερδεύονται τα
αισθήματα μας... και τα ερωτήματα
γιγαντόνονται!
Καλημέρα ***
Δεν νομίζω ότι είναι δύσκολο να περιγράψεις μια κατάσταση που ζεις. Είναι όπως μιλάς σε μια φίλη!
Καλημέρα κι από εμένα!
Δημοσίευση σχολίου