Είχα απηυδήσει. Δεν πήγαινε άλλο. Η δουλειά στο ραδιόφωνο είχε γίνει αφόρητη. Είχα κουραστεί τόσο πολύ που πια φαινόταν πόσο είχε πέσει η απόδοσή μου. Μου έλεγαν «σήμερα έχει αυτό και σε θέλουμε εκεί, αλλά…», αυτό το «αλλά» ήταν που μου τσάκιζε κάθε φορά την διάθεση να πάω για δουλειά. Μου έσπαζε τα νεύρα η απαιτητικότητά τους: «δεν ξέρουμε, αλλά στην μία θέλουμε το ρεπορτάζ». Και πως είναι δυνατόν να βγάλεις ρεπορτάζ στη μία, όταν στη μία η ώρα είναι για παράδειγμα, η προγραμματισμένη συνέντευξη τύπου κάποιου. Να βγεις για να πεις τι; Ότι ακόμη δεν έχει έρθει ο κύριος τάδε και δεν ξέρουμε τον σκοπό της συνέντευξης που θα δώσει (έτσι γινόταν τότε τις περισσότερες φορές: οι αρμόδιοι έδιναν συνέντευξη τύπου χωρίς συγκεκριμένο θέμα) ή ότι ο χώρος είναι έτσι, οι συνάδελφοι απ’ τα άλλα μέσα είναι αλλιώς. Κι άντε και τα είπες, που να βρεις αυτόν που θα δώσει την συνέντευξη για να του αποσπάσεις αποκλειστικές δηλώσεις απ’ την στιγμή που ο λόγος που δίνει την συνέντευξη είναι για να γλιτώσει από εμάς τους ενοχλητικούς ρεπόρτερ που δεν τον αφήνουμε σε ησυχία και κάθε τρεις και λίγο τον ενοχλούμε στο τηλέφωνο για τις δηλώσεις που προανέφερα. Είχε χαθεί κάθε έλεγχος στην δουλειά. Η υψηλή ακροαματικότητα είχε αυτό το κόστος. Έλεγχος σχεδόν ανύπαρκτος και εμείς οι ταπεινοί ρεπόρτερς να μην γνωρίζουμε τι σημαίνει –για παράδειγμα- μεσημεριανός ύπνος ή μιας ώρας ξεκούραση ή ένα μπάνιο για χαλάρωση. Η ζωή μου έτρεχε γρήγορα, απελπιστικά γρήγορα. Πήγαινα σπίτι μόνο για να κάνω ένα ντους στα γρήγορα να αλλάξω ρούχα και να φύγω ή για την εκπομπή ή για τις ειδήσεις ή για τις προγραμματισμένες εκδηλώσεις που έπρεπε –ήθελα δεν ήθελα- να πάω! Και να ‘ταν μόνο αυτό… Στο δημοσιογραφικό, ήμασταν γι’ αυτή την δουλειά μόνο δύο’ με την διαφορά ότι η άλλη συνάδελφος είχε δηλώσει πως θα κάλυπτε ρεπορτάζ μόνο σε περίπτωση ανάγκης κι ότι η δουλειά της ήταν μόνο η εκφώνηση των ειδήσεων! Όλο το λούκι λοιπόν περνούσε απ’ την πλάτη μου! Και γενικώς είχα βάλει τα πόδια στην πλάτη να τρέχω… Οι δε υπόλοιποι του δημοσιογραφικού, ήταν μόνο για τους τίτλους: διευθυντής ειδήσεων, αρχισυντάκτης και δεν συμμαζεύεται!!!
Δεν καταλάβαινα γιατί έθεταν όλη την δουλειά σχεδόν σε μένα. Κάποτε μου βγήκε το παράπονο και τους το είπα. Η δε απάντησή τους με αποστόμωσε: «είσαι η καλύτερη κι άλλωστε την Μαρίνα γνωρίζουν κι όχι την Σαβίνα». Αισθανόμουν… διαφήμιση: αυτή ξέρετε αυτήν εμπιστεύεστε! Ήμουν η καλύτερη γιατί ήμουν πιο δεκτική. Γιατί αγαπούσα την δουλειά μου και γνώριζαν πως αυτή η αγάπη δεν τους κοστίζει και πολλά (υπερωρία ποτέ δεν πληρώθηκα)! Ήμουν νέα στον χώρο και δεν ήξερα πολλά. Αγαπούσα αυτό που έκανα και δεν με ένοιαζαν οι πολλές ώρες που βρισκόμουν ή στον δρόμο με ένα δημοσιογραφικό κασσεττόφωνο στην τσάντα ή στο ραδιόφωνο. Όμως παρά την προσπάθεια να με πείσουν ότι είμαι η καλύτερη, εγώ δεν άντεχα. Δεν άντεχα να παίζουν με την ανάγκη μου για δουλειά, παίζοντας με τα νεύρα μου και την ψυχολογία μου. Το ποτήρι είχε ξεχειλίσει κι αποφάσισα να παραιτηθώ. Έγραψα το κείμενο της παραίτησης με την δικαιολογία ότι αποχωρούσα για «προσωπικούς λόγους» και το μεσημέρι αμέσως μετά το δελτίο ειδήσεων ανέβηκα στο γραφείο του προέδρου και άφησα τον φάκελο.
Ένοιωσα ανάλαφρη για πρώτη φορά. Πήγα σπίτι. Στο πατρικό μου. Κι ανακοίνωσα ότι παραιτήθηκα. Έσκασε σαν βόμβα στο σπίτι η απόφασή μου. Δεν το περίμεναν οι γονείς μου. Η μητέρα μου πιο ψύχραιμη ακούγοντας με, άρχισε το κήρυγμα: «αν παραιτείσαι με την πρώτη δυσκολία, τι θα κάνεις αν βρεθείς σε χειρότερη κατάσταση σε άλλη δουλειά; Προβλήματα υπάρχουν σε όλες τις δουλειές και βέβαια δεν τα παρατάμε, κάνουμε υπομονή. Ο σκοπός καμιά φορά των εργοδοτών είναι αυτός: να σε αναγκάσουν να παραιτηθείς για να χάσεις κάθε δικαίωμα αποζημίωσης κλπ.. Μην τους τα χαρίζεις. Εργάζεσαι τόσες ώρες και θα τους χαρίσεις όση αποζημίωση δικαιούσαι; Γιατί; Πήγαινε τώρα και πάρε την παραίτηση πριν φτάσει στα χέρια τους και κάνε υπομονή στην δουλειά. Αν δεν σε θέλουν, ας σε απολύσουν». Πάντα το συμφέρον κοίταζε η μητέρα μου. Δεν είχε άδικο όμως. Την άκουσα. Έτσι ήταν τελικά! Δούλευα τόσες ώρες και θα τους χάριζα αυτά για τα οποία εγώ έβγαζα με τον κόπο μου. Όταν το απόγευμα πήγα για βάρδια, το πρώτο που έκανα ήταν να ανέβω στο γραφείο του προέδρου και να πάρω τον φάκελο με την παραίτηση, λίγα δευτερόλεπτα πριν καταλήξει στα χέρια του. Κατεβαίνοντας συναντηθήκαμε στις σκάλες. Η καρδιά μου πήγε στην κούλουρη απ’ το ξαφνικό! Παρέμεινα ψύχραιμη όμως όταν με ρώτησε τι γύρευα στο γραφείο του και δικαιολογήθηκα λέγοντας του πως έψαχνα τον ηχολήπτη του προντάξιον. Καταχώνιασα τον φάκελο στην τσάντα μου κι όταν το βράδυ επέστρεψα σπίτι μου τον έκανα κομματάκια.
Συνέχισα να δουλεύω στους ίδιους εξαντλητικούς ρυθμούς κάνοντας υπομονή μπας και με απέλυαν. Ναι μεν με πίεζαν, απόλυση δεν έβλεπα. Συν τοις άλλοις είχα να κάνω και με τον Γιώργο σε καθημερινή βάση. Ο Γιώργος! Η μεγάλη μου αγάπη! Ήταν όμως η μεγάλη μου αγάπη; Ένοιωθα ερωτευμένη μαζί του. Ήταν ο άνθρωπος που με εμπιστεύτηκε και μου πρότεινε την θέση στην δουλειά και συν τοις άλλοις ήταν ένας απ’ τους κυρίους μετόχους της εταιρείας του ραδιοφώνου. Ήξερε ότι του είχα αδυναμία, όμως ποτέ δεν μου έδωσε την παραμικρή ελπίδα παρά την τρελή μου επιθυμία! Μόλις μου έλεγε: «Μαρίνα, έχω διαφήμιση για να ηχογραφήσουμε» αμέσως έτρεχα να τον εξυπηρετήσω στην εκφώνηση. Και πάντα φορούσε το καλύτερό του χαμόγελο κι άφηνε την γοητεία του να με κυριαρχεί –άθελα του. Ήταν μια αρρωστημένη εξάρτηση. Τέτοια εξάρτηση που τα βράδια κοιμόμουν με την σκέψη του κι ενώ με καθαρό μυαλό έβλεπα ότι δεν υπήρχε μέλλον μαζί του και να κοιτάω απλά και μόνο την δουλειά μου. Ερχόταν όμως η επόμενη ημέρα κι έμπαινε στο γραφείο με ένα πλατύ χαμόγελο και ξεχνούσα τα πάντα. Κι η ιστορία επαναλαμβανόταν.
Μάλιστα υποψιαζόμουν ότι με ζήλευε λιγάκι κι αυτό με εξιτάριζε! Είναι μια λογική του να δεις αν κάποιος ενδιαφέρεται έστω και για λίγο για σένα. Ο Στράτος ήταν απ’ τους τακτικούς επισκέπτες ακροατές (φίλος του αδερφού μου), που ποτέ δεν έβρισκες στο σπίτι του παρά μόνο στους φίλους του ή στο ραδιόφωνο τελευταία. Η αλήθεια είναι ότι με θύμωνε που τον έβλεπα να έρχεται να πηγαίνει στο κοντρόλ να πιάνει θέση για να παρακολουθεί τις εκπομπές μας ή την δική μου ή του Γιώργου. Ήθελα πολλές φορές να του πω να σηκωθεί και να ξεκουμπιστεί γιατί η παρουσία του ήταν ενοχλητική, αλλά δεν ήθελα να τον αποπάρω λόγω της φιλίας του με τον αδερφό μου. Προσπαθούσα να μην του δίνω σημασία. Όσο μπορούσα. Είχα πολύ πιο ενδιαφέροντα πράγματα να ασχοληθώ παρά να πιάνω κουβεντούλα για ανοησιούλες στους διαδρόμους του ραδιοφώνου. Συνήθως έμπαινα στο δημοσιογραφικό με τους δίσκους, κλείδωνα κι ετοίμαζα την εκπομπή μου.
- Μπορείς να πεις στους επισκέπτες σου να μειώσουν τα πήγαινε ‘λα στο ραδιόφωνο; Εργαζόμαστε εδώ δεν κάνουμε χαβαλέ.
Μου είπε ένα απόγευμα ο Γιώργος όταν είχα κλειστεί στο δημοσιογραφικό. Ενοχλήθηκα πολύ μεν, αλλά τον κοίταζα περίεργα γιατί δεν καταλάβαινα τον εκνευρισμό του. Το κατάλαβε και μου εξήγησε πως ο Στράτος ήταν στο κοντρόλ και πάλι:
- Και γιατί δεν του το λες ο ίδιος; Όπως βλέπεις κλειδώνομαι για τον λόγο που είσαι και συ ενοχλημένος.
Δεν μου είπε τίποτε. Ούτε καν «συγγνώμη» και πήγε στο κοντρόλ. Δεν ξέρω αν είπε στον Στράτο τίποτε πάντως απ’ το ραδιόφωνο αποχώρησε αργά.
Ποτέ άλλοτε ο Γιώργος δεν μου είχε δείξει να ζηλεύει και να που τώρα μεγαλουργούσε! Έτσι νόμιζα! Η καρδιά μου πετάριζε απ’ την αντίδρασή του. Μόνο που –ως γνωστόν- τα καλά πράγματα δεν έχουν διάρκεια. Δεν άργησε να πέσει κι η βόμβα η οποία με τσάκισε: «Ο Γιώργος χθες βράδυ, λογοδόθηκε». Ήταν ένα απόγευμα που τα λέγαμε με την ρεσεψιονίστ την Κατερίνα και που ο Γιώργος είχε βαφτίσει τον γιο της’ κουμπάροι λοιπόν! Προσποιήθηκα την χαρούμενη κι ας αισθανόμουν έτοιμη να εκραγώ. Στο μυαλό μου ήταν όλα μπερδεμένα. Δεν ήξερα τι να σκεφτώ. Δεν είχε ακουστεί ότι είχε σχέση. Κανείς δεν γνώριζε το παραμικρό. Κι αυτό γιατί τον χρόνο του τον περισσότερο τον κατανάλωνε ή στην δουλειά του ή στο ραδιόφωνο. Πώς να φανταστώ ότι θα μπορούσε να έχει και σχέση! Βέβαια καλά έκανε και δεν μιλούσε για την προσωπική του ζωή. Υπήρχαν άνθρωποι στο ραδιόφωνο που το κουτσομπολιό το ‘χαν κάνει τέχνη! Ήμουν χάλια όμως. Συνειδητοποιούσα ότι όσες επιθυμίες κι αν είχα τσαλαπατήθηκαν. Δεν έφταιγε ο Γιώργος. Ο χαρακτήρας του ήταν τέτοιος κι εγώ απλά επηρεάστηκα κι άρχισα να φαντάζομαι διάφορα. Ένα μεσημέρι πέρασε απ’ το ραδιόφωνο και η γυναίκα που τον είχε δικό της. Ήταν η φαντασίωση του κάθε άντρα: ψηλή, μελαχρινή, με απίστευτες αναλογίες και με υπέροχο χαμόγελο. Μπροστά της εγώ ωχριούσα! Πως λοιπόν να συγκριθώ εγώ με μια τέτοια γυναίκα;
Δεν άντεχα άλλο. Βρισκόμουν μέσα σε ένα τσίρκο κι εγώ έπρεπε να επιβιώσω απ’ όλη αυτή την τρέλα που επικρατούσε το τελευταίο διάστημα. Ένοιωθα μπερδεμένη, άδεια, αποτελειωμένη από κάθε ελπίδα κι όνειρο. Είχα γίνει κομμάτια. Ο διευθυντής του δημοσιογραφικού έβλεπε ότι δεν είχα άλλες αντοχές. Έβλεπε πως είχα εξαντλήσει κάθε δύναμή μου. Και γι’ αυτό όταν του ζήτησα όλη μου την άδεια δεν μου έφερε αντίρρηση: «Σε θέλω πίσω με φορτωμένες μπαταρίες» μου είπε λίγο πριν φύγω. Τίποτε δεν με κρατούσε.
Κοίταζα το σπίτι μου και ένοιωθα ότι δεν υπήρχε κάτι που να με κρατάει σε αυτό αυτή την συγκεκριμένη στιγμή. Κενό. Μάζεψα τα πράγματά μου, τα απολύτως απαραίτητα κι έφυγα για το χωριό του πατέρα μου. Το τελευταίο που με ένοιαζε να σκεφτώ στην φάση που ήμουν ήταν έναν προορισμό για διακοπές! Δεν το σκέφτηκα. Και γενικώς προσπαθούσα πια να μην σκέφτομαι τίποτε. Οι διακοπές μου άρχισαν με μπάνια! Έπαιρνα το ποδήλατό μου και χανόμουν στην παραλία για ώρες. Για να μην σκέφτομαι. Τα βράδια μαζευόμασταν τα ξαδέρφια πίνοντας καφέ και λέγοντας ιστορίες ή κανονίζαμε εξόδους για διασκέδαση. Αν και δεν ήθελα να τους ακολουθώ, προσπαθούσα να το κάνω μόνο και μόνο για να μην αφήνω το μυαλό μου να σκέφτεται. Δεν το επέτρεπα! Ήμουν σε άρνηση.
- Μαρίνα πως το βλέπεις; Θα πάμε και στο χωριό της μαμάς για καμιά δεκαριά μέρες; Θα ‘χουμε και παρέα! Θα ‘ρθουν κι ο Βασίλης κι ο Στράτος. Τι λες; Μου είπε στο τηλέφωνο ο αδερφός μου και ξαφνιάστηκα.
Ο Στράτος! Σαν ανέκδοτο μου φάνηκε! Όμως δέχθηκα. Ούτως ή άλλως ήταν κάτι που μου ‘χε προτείνει πριν από μέρες ο αδερφός μου και δεν του είχα αρνηθεί. Η αλήθεια είναι ότι στην φάση που περνούσα ήθελα συνεχή αλλαγή περιβάλλοντος. Θεωρούσα ότι έτσι θα κατάφερνα να ελαττώσω τον πόνο μέσα μου. Δεν ήμουν σίγουρη για το πόσο καλό θα μου έκανε η παρουσία του Στράτου. Όμως παρά το γεγονός ότι με απωθούσε γενικώς η παρουσία του, αποφάσισα να την υποστώ.
Δεν καταλάβαινα γιατί έθεταν όλη την δουλειά σχεδόν σε μένα. Κάποτε μου βγήκε το παράπονο και τους το είπα. Η δε απάντησή τους με αποστόμωσε: «είσαι η καλύτερη κι άλλωστε την Μαρίνα γνωρίζουν κι όχι την Σαβίνα». Αισθανόμουν… διαφήμιση: αυτή ξέρετε αυτήν εμπιστεύεστε! Ήμουν η καλύτερη γιατί ήμουν πιο δεκτική. Γιατί αγαπούσα την δουλειά μου και γνώριζαν πως αυτή η αγάπη δεν τους κοστίζει και πολλά (υπερωρία ποτέ δεν πληρώθηκα)! Ήμουν νέα στον χώρο και δεν ήξερα πολλά. Αγαπούσα αυτό που έκανα και δεν με ένοιαζαν οι πολλές ώρες που βρισκόμουν ή στον δρόμο με ένα δημοσιογραφικό κασσεττόφωνο στην τσάντα ή στο ραδιόφωνο. Όμως παρά την προσπάθεια να με πείσουν ότι είμαι η καλύτερη, εγώ δεν άντεχα. Δεν άντεχα να παίζουν με την ανάγκη μου για δουλειά, παίζοντας με τα νεύρα μου και την ψυχολογία μου. Το ποτήρι είχε ξεχειλίσει κι αποφάσισα να παραιτηθώ. Έγραψα το κείμενο της παραίτησης με την δικαιολογία ότι αποχωρούσα για «προσωπικούς λόγους» και το μεσημέρι αμέσως μετά το δελτίο ειδήσεων ανέβηκα στο γραφείο του προέδρου και άφησα τον φάκελο.
Ένοιωσα ανάλαφρη για πρώτη φορά. Πήγα σπίτι. Στο πατρικό μου. Κι ανακοίνωσα ότι παραιτήθηκα. Έσκασε σαν βόμβα στο σπίτι η απόφασή μου. Δεν το περίμεναν οι γονείς μου. Η μητέρα μου πιο ψύχραιμη ακούγοντας με, άρχισε το κήρυγμα: «αν παραιτείσαι με την πρώτη δυσκολία, τι θα κάνεις αν βρεθείς σε χειρότερη κατάσταση σε άλλη δουλειά; Προβλήματα υπάρχουν σε όλες τις δουλειές και βέβαια δεν τα παρατάμε, κάνουμε υπομονή. Ο σκοπός καμιά φορά των εργοδοτών είναι αυτός: να σε αναγκάσουν να παραιτηθείς για να χάσεις κάθε δικαίωμα αποζημίωσης κλπ.. Μην τους τα χαρίζεις. Εργάζεσαι τόσες ώρες και θα τους χαρίσεις όση αποζημίωση δικαιούσαι; Γιατί; Πήγαινε τώρα και πάρε την παραίτηση πριν φτάσει στα χέρια τους και κάνε υπομονή στην δουλειά. Αν δεν σε θέλουν, ας σε απολύσουν». Πάντα το συμφέρον κοίταζε η μητέρα μου. Δεν είχε άδικο όμως. Την άκουσα. Έτσι ήταν τελικά! Δούλευα τόσες ώρες και θα τους χάριζα αυτά για τα οποία εγώ έβγαζα με τον κόπο μου. Όταν το απόγευμα πήγα για βάρδια, το πρώτο που έκανα ήταν να ανέβω στο γραφείο του προέδρου και να πάρω τον φάκελο με την παραίτηση, λίγα δευτερόλεπτα πριν καταλήξει στα χέρια του. Κατεβαίνοντας συναντηθήκαμε στις σκάλες. Η καρδιά μου πήγε στην κούλουρη απ’ το ξαφνικό! Παρέμεινα ψύχραιμη όμως όταν με ρώτησε τι γύρευα στο γραφείο του και δικαιολογήθηκα λέγοντας του πως έψαχνα τον ηχολήπτη του προντάξιον. Καταχώνιασα τον φάκελο στην τσάντα μου κι όταν το βράδυ επέστρεψα σπίτι μου τον έκανα κομματάκια.
Συνέχισα να δουλεύω στους ίδιους εξαντλητικούς ρυθμούς κάνοντας υπομονή μπας και με απέλυαν. Ναι μεν με πίεζαν, απόλυση δεν έβλεπα. Συν τοις άλλοις είχα να κάνω και με τον Γιώργο σε καθημερινή βάση. Ο Γιώργος! Η μεγάλη μου αγάπη! Ήταν όμως η μεγάλη μου αγάπη; Ένοιωθα ερωτευμένη μαζί του. Ήταν ο άνθρωπος που με εμπιστεύτηκε και μου πρότεινε την θέση στην δουλειά και συν τοις άλλοις ήταν ένας απ’ τους κυρίους μετόχους της εταιρείας του ραδιοφώνου. Ήξερε ότι του είχα αδυναμία, όμως ποτέ δεν μου έδωσε την παραμικρή ελπίδα παρά την τρελή μου επιθυμία! Μόλις μου έλεγε: «Μαρίνα, έχω διαφήμιση για να ηχογραφήσουμε» αμέσως έτρεχα να τον εξυπηρετήσω στην εκφώνηση. Και πάντα φορούσε το καλύτερό του χαμόγελο κι άφηνε την γοητεία του να με κυριαρχεί –άθελα του. Ήταν μια αρρωστημένη εξάρτηση. Τέτοια εξάρτηση που τα βράδια κοιμόμουν με την σκέψη του κι ενώ με καθαρό μυαλό έβλεπα ότι δεν υπήρχε μέλλον μαζί του και να κοιτάω απλά και μόνο την δουλειά μου. Ερχόταν όμως η επόμενη ημέρα κι έμπαινε στο γραφείο με ένα πλατύ χαμόγελο και ξεχνούσα τα πάντα. Κι η ιστορία επαναλαμβανόταν.
Μάλιστα υποψιαζόμουν ότι με ζήλευε λιγάκι κι αυτό με εξιτάριζε! Είναι μια λογική του να δεις αν κάποιος ενδιαφέρεται έστω και για λίγο για σένα. Ο Στράτος ήταν απ’ τους τακτικούς επισκέπτες ακροατές (φίλος του αδερφού μου), που ποτέ δεν έβρισκες στο σπίτι του παρά μόνο στους φίλους του ή στο ραδιόφωνο τελευταία. Η αλήθεια είναι ότι με θύμωνε που τον έβλεπα να έρχεται να πηγαίνει στο κοντρόλ να πιάνει θέση για να παρακολουθεί τις εκπομπές μας ή την δική μου ή του Γιώργου. Ήθελα πολλές φορές να του πω να σηκωθεί και να ξεκουμπιστεί γιατί η παρουσία του ήταν ενοχλητική, αλλά δεν ήθελα να τον αποπάρω λόγω της φιλίας του με τον αδερφό μου. Προσπαθούσα να μην του δίνω σημασία. Όσο μπορούσα. Είχα πολύ πιο ενδιαφέροντα πράγματα να ασχοληθώ παρά να πιάνω κουβεντούλα για ανοησιούλες στους διαδρόμους του ραδιοφώνου. Συνήθως έμπαινα στο δημοσιογραφικό με τους δίσκους, κλείδωνα κι ετοίμαζα την εκπομπή μου.
- Μπορείς να πεις στους επισκέπτες σου να μειώσουν τα πήγαινε ‘λα στο ραδιόφωνο; Εργαζόμαστε εδώ δεν κάνουμε χαβαλέ.
Μου είπε ένα απόγευμα ο Γιώργος όταν είχα κλειστεί στο δημοσιογραφικό. Ενοχλήθηκα πολύ μεν, αλλά τον κοίταζα περίεργα γιατί δεν καταλάβαινα τον εκνευρισμό του. Το κατάλαβε και μου εξήγησε πως ο Στράτος ήταν στο κοντρόλ και πάλι:
- Και γιατί δεν του το λες ο ίδιος; Όπως βλέπεις κλειδώνομαι για τον λόγο που είσαι και συ ενοχλημένος.
Δεν μου είπε τίποτε. Ούτε καν «συγγνώμη» και πήγε στο κοντρόλ. Δεν ξέρω αν είπε στον Στράτο τίποτε πάντως απ’ το ραδιόφωνο αποχώρησε αργά.
Ποτέ άλλοτε ο Γιώργος δεν μου είχε δείξει να ζηλεύει και να που τώρα μεγαλουργούσε! Έτσι νόμιζα! Η καρδιά μου πετάριζε απ’ την αντίδρασή του. Μόνο που –ως γνωστόν- τα καλά πράγματα δεν έχουν διάρκεια. Δεν άργησε να πέσει κι η βόμβα η οποία με τσάκισε: «Ο Γιώργος χθες βράδυ, λογοδόθηκε». Ήταν ένα απόγευμα που τα λέγαμε με την ρεσεψιονίστ την Κατερίνα και που ο Γιώργος είχε βαφτίσει τον γιο της’ κουμπάροι λοιπόν! Προσποιήθηκα την χαρούμενη κι ας αισθανόμουν έτοιμη να εκραγώ. Στο μυαλό μου ήταν όλα μπερδεμένα. Δεν ήξερα τι να σκεφτώ. Δεν είχε ακουστεί ότι είχε σχέση. Κανείς δεν γνώριζε το παραμικρό. Κι αυτό γιατί τον χρόνο του τον περισσότερο τον κατανάλωνε ή στην δουλειά του ή στο ραδιόφωνο. Πώς να φανταστώ ότι θα μπορούσε να έχει και σχέση! Βέβαια καλά έκανε και δεν μιλούσε για την προσωπική του ζωή. Υπήρχαν άνθρωποι στο ραδιόφωνο που το κουτσομπολιό το ‘χαν κάνει τέχνη! Ήμουν χάλια όμως. Συνειδητοποιούσα ότι όσες επιθυμίες κι αν είχα τσαλαπατήθηκαν. Δεν έφταιγε ο Γιώργος. Ο χαρακτήρας του ήταν τέτοιος κι εγώ απλά επηρεάστηκα κι άρχισα να φαντάζομαι διάφορα. Ένα μεσημέρι πέρασε απ’ το ραδιόφωνο και η γυναίκα που τον είχε δικό της. Ήταν η φαντασίωση του κάθε άντρα: ψηλή, μελαχρινή, με απίστευτες αναλογίες και με υπέροχο χαμόγελο. Μπροστά της εγώ ωχριούσα! Πως λοιπόν να συγκριθώ εγώ με μια τέτοια γυναίκα;
Δεν άντεχα άλλο. Βρισκόμουν μέσα σε ένα τσίρκο κι εγώ έπρεπε να επιβιώσω απ’ όλη αυτή την τρέλα που επικρατούσε το τελευταίο διάστημα. Ένοιωθα μπερδεμένη, άδεια, αποτελειωμένη από κάθε ελπίδα κι όνειρο. Είχα γίνει κομμάτια. Ο διευθυντής του δημοσιογραφικού έβλεπε ότι δεν είχα άλλες αντοχές. Έβλεπε πως είχα εξαντλήσει κάθε δύναμή μου. Και γι’ αυτό όταν του ζήτησα όλη μου την άδεια δεν μου έφερε αντίρρηση: «Σε θέλω πίσω με φορτωμένες μπαταρίες» μου είπε λίγο πριν φύγω. Τίποτε δεν με κρατούσε.
Κοίταζα το σπίτι μου και ένοιωθα ότι δεν υπήρχε κάτι που να με κρατάει σε αυτό αυτή την συγκεκριμένη στιγμή. Κενό. Μάζεψα τα πράγματά μου, τα απολύτως απαραίτητα κι έφυγα για το χωριό του πατέρα μου. Το τελευταίο που με ένοιαζε να σκεφτώ στην φάση που ήμουν ήταν έναν προορισμό για διακοπές! Δεν το σκέφτηκα. Και γενικώς προσπαθούσα πια να μην σκέφτομαι τίποτε. Οι διακοπές μου άρχισαν με μπάνια! Έπαιρνα το ποδήλατό μου και χανόμουν στην παραλία για ώρες. Για να μην σκέφτομαι. Τα βράδια μαζευόμασταν τα ξαδέρφια πίνοντας καφέ και λέγοντας ιστορίες ή κανονίζαμε εξόδους για διασκέδαση. Αν και δεν ήθελα να τους ακολουθώ, προσπαθούσα να το κάνω μόνο και μόνο για να μην αφήνω το μυαλό μου να σκέφτεται. Δεν το επέτρεπα! Ήμουν σε άρνηση.
- Μαρίνα πως το βλέπεις; Θα πάμε και στο χωριό της μαμάς για καμιά δεκαριά μέρες; Θα ‘χουμε και παρέα! Θα ‘ρθουν κι ο Βασίλης κι ο Στράτος. Τι λες; Μου είπε στο τηλέφωνο ο αδερφός μου και ξαφνιάστηκα.
Ο Στράτος! Σαν ανέκδοτο μου φάνηκε! Όμως δέχθηκα. Ούτως ή άλλως ήταν κάτι που μου ‘χε προτείνει πριν από μέρες ο αδερφός μου και δεν του είχα αρνηθεί. Η αλήθεια είναι ότι στην φάση που περνούσα ήθελα συνεχή αλλαγή περιβάλλοντος. Θεωρούσα ότι έτσι θα κατάφερνα να ελαττώσω τον πόνο μέσα μου. Δεν ήμουν σίγουρη για το πόσο καλό θα μου έκανε η παρουσία του Στράτου. Όμως παρά το γεγονός ότι με απωθούσε γενικώς η παρουσία του, αποφάσισα να την υποστώ.
Κεφάλαιο 2
3 comments:
Μαρία καταπληκτικό το κείμενο σου. Ένα από τα καλύτερα που έχω διαβάσει εδώ και καιρό.
Μαρία όπως βλέπεις επισκέφτηκα και εγώ το δικό σου blog, μου φαίνεται πολλή ωραία ιστορία, πάω για την συνέχεια
Καλώς την! Ελπίζω να σου αρέσει η ιστορία μου! Καλή συνέχεια! ;)
Δημοσίευση σχολίου